Αρχική

Άτερ

39 Σχόλια

…Κοντοστάθηκε. Αυτό εδώ το μάλλον ταπεινό κτίσμα μοιάζει σά ναός! Άρα γε, ποιά θεότητα τιμούν περισσότερο οι ντόπιοι;

Ώσπου να επιστρέψει απ’ το παλάτι ο υπηρέτης να τον ειδοποιήσει, θα μπορούσε να ρίξει μιά ματιά μέσα.

. . . . . . . . . . . .

i. Ένα ανοιξιάτικο πρωϊνό του 2170 πΧ – μερικές ώρες νωρίτερα

Του χαμογέλασε· με τον τρόπο που έχουν οι γυναίκες, όταν ζητάνε ο άντρας να τους δώσει οπωσδήποτε αυτό που θέλουν.

«- Θα μου την κάνεις τη χάρη; θα πάς;»

«- Φυσικά! Εδώ περάσαμε τόσα και τόσα μαζί, θ’ αρνηθώ να πάω μιά εκδρομούλα γιά χάρη της αγαπημένης μου συζύγου;»

Η γυναίκα συγκατένευσε, σοβαρεύοντας ξαφνικά.

«- Σου επαναλαμβάνω, μή σε παρασύρουν τα χαμόγελα! Κινδυνεύουμε εδώ! Ειδικά εγώ, που με θεωρούν μιά βάρβαρη με θράσος περίσσιο… που, βέβαια, αυτό δεν θα τολμούσαν κάν να το σκεφτούν μπροστά στον πατέρα μου! Αν, όμως, δεν έχουμε τη συμμαχία του άλλου βασιλιά, το μόνο που θα μείνει από μας, θα είναι τα πτώματά μας.»

«- Σου επαναλαμβάνω κι εγώ, ότι θα σου κάνω μέν το χατήρι, αλλά δεν εγγυώμαι επιτυχία. Ο άλλος είναι γνωστός παλιάνθρωπος· άσε που του προπάππου του του χάλασα οριστικώς τα σχέδια… καί το γνωρίζει.»

«- Μή σε πτοεί αυτό, επειδή καί τούτος δεν είναι καλύτερος. Παλιάνθρωπος εναντίον παλιανθρώπου, λοιπόν! Εξαρτάται, επομένως, ποιόν θα πάρουμε με το μέρος μας – κι αυτός δεν είναι ετούτος εδώ.»

«- Κι ο άλλος;»

«- Τάξε του χρήμα κι αγαθά, καί τα ξεχνάει όλα! Έτσι λένε…»

Ξανάλλαξε ύφος η γυναίκα, χαμογέλασε, καί πέρασε το χέρι της επάνω στους ώμους του.

«- Πήγαινε, μην καθυστερείς! Κι όταν γυρίσεις, θα σου έχω έτοιμους τους αγαπημένους σου πλακούντες! Έναν με τυρί, κι έναν με μέλι!»

Χαμογέλασε κι ο άντρας, τη φίλησε, πήγε να στρίψει προς την έξοδο, καί σταμάτησε. Την κοίταξε με ερωτηματικό βλέμμα.

«- Συμπάθα με, ξέχασα να σου το πω! Τα άστρα καί οι οιωνοί λένε ότι σήμερα είναι πολύ καλή μέρα γιά συνεννοήσεις. Έχε τα μάτια σου καί τ’ αυτιά σου ορθάνοιχτα!», είπε η γυναίκα.

«- Τα άστρα καί οι οιωνοί!…», χαμογέλασε ο άντρας. «Είναι τόσο απαραίτητη η εύνοιά τους; Δεν μπορείς απλά να τους αλλάξεις τα μυαλά των ανθρώπων, με τις δυνάμεις σου;»

Η γυναίκα έκανε τα δάχτυλά της χτένια, καί τα πέρασε μέσα απ’ τα μαλλιά του.

«- Βρέ θεόχαζε, δεν σου έχω πεί αμέτρητες φορές ότι το μπορώ, αλλά αν το κάνω, θα γυρίσει επάνω μας σαν κατάρα τρομερή, που δεν θα μπορώ μετά να τη σταματήσω;», του χαμογέλασε.

Κούνησε το κεφάλι του, καί χαμογέλασε κι αυτός. Κίνησε να φύγει.

«- Καί πού ‘σαι;! Μή γκαστρώσεις κι αυτήν που θα συναντήσεις!», τον σταμάτησε η πειραχτική φωνή της.

«- Δεν έχω κανέναν τέτοιον σκοπό!», απολογήθηκε. «Άλλως τε, πάω να συναντήσω βασιλιά! Γιά ποιά γυναίκα μου μιλάς; Γκαστρώνονται οι βασιλιάδες;», της ανταπέδωσε το πείραγμα.

«- Ξέρω καί ‘γώ, με σένα που έμπλεξα; Εσύ είσαι ικανός ακόμη καί γιά κάτι τέτοιο!», τον αποχαιρέτησε σκασμένη στα γέλια.

. . . . . . . . . . .

ii. Με το αμαξάκι

Πράγματι, η μέρα ήταν γεμάτη καλούς οιωνούς. Άνοιξη, ο Ήλιος ψηλά, η θερμοκρασία ανέβαινε – αλλά ήταν ακόμη σε ευχάριστα, υποφερτά επίπεδα. Μ’ ελάχιστους ανθρώπους συναπαντήθηκε σ’ όλη τη διαδρομή· κι όλοι τους αγρότες με πίλους πλατείς, απασχολημένοι στις δουλειές τους.

Δυό άνετες ωρίτσες ταξίδι, συν μιά μικρή διακοπή γιά να ξεκουραστεί το άλογο καί να ταϊστεί. Καί να μοιραστούν το νερό που κουβαλούσαν.

Ευτυχώς που σ’ όλο το περιπετειώδες ταξίδι της προηγούμενης νιότης του, αφού είχε γνωρίσει τη γυναίκα του, είχε φροντίσει να μάθει αρκετά «βαρβαρικά», ώστε να συνεννοείται μαζί της χωρίς να τους παίρνουν χαμπάρι. Ήξερε πως -ειδικά στα παλάτια- οι υπηρέτες κρυφακούν, κι όχι πάντα γιά καλό σκοπό· καί τα «βαρβαρικά» τον είχαν γλυτώσει από πολλές κακοτοπιές. Μαζί καί τη «μισοβάρβαρη» σύζυγό του.

Χαμογέλασε πικρά στην ενθύμηση της φράσης που του είπε, να μή γκαστρώσει κι αυτήν που θα συναντήσει. Ναί, της τα είχε πεί όλα γιά το παρελθόν του – καί ήταν ειλικρινής μαζί της. Η ειλικρίνεια, βλέπεις, είναι το καλύτερο μέσον, γιά να κερδίζεις τους ανθρώπους. Ναί, της είχε πεί ότι πράγματι είχε σκοπό να κάνει σύζυγό του την μητέρα των προηγουμένων παιδιών του, αν δεν γνώριζε ετούτην εδώ. Ναί, το ήξερε ότι την είχε πληγώσει εκείνη, ναί το ήξερε ότι είχε πληγώσει κι άλλη πρίν απ’ αυτήν – ευτυχώς, θεοί καί θεές, που δεν της έσπειρε παιδιά κι εκεινής! Αλλά, οι συνθήκες!… Οι ρημάδες οι συνθήκες, που δεν αφήνουν κανέναν άνθρωπο ν’ αγιάσει.

«- Κουβαλάς μοίρα πολύ παράξενη!…», του είπε κάποτε η τωρινή του σύζυγος, «…κι αναρωτιέμαι, γιατί; Κάνεις παιδιά, που δεν τα ξαναβλέπεις – καί δεν σε ξαναβλέπουν κι αυτά. Φεύγεις από παντού, σαν κυνηγημένος! Άφησες πίσω σου τέσσερα παιδιά -δυό τα δικά μας- καί δυό γυναίκες που σ’ αγαπάνε, καί ξέρω πως τις αγαπάς κι εσύ…»

«- Εσένα δεν θα σ’ αφήσω, όμως!», την αντίκοψε.

«- Όχι, εμένα δεν θα μ’ αφήσεις, είναι αλήθεια αυτό!», του είπε στρέφοντάς του την πλάτη της καί σκοτεινιάζοντας ξαφνικά, σαν ουρανός βαρυσυννεφιασμένος.

Ο άντρας δεν επέμενε· είδε πως η γυναίκα κόντευε να βάλει τα κλάμματα, καί κρατιόταν με δυσκολία. Έτσι, γύρισε την κουβέντα σε άλλο θέμα, γιά να μην τη δεί να καταρρέει.

. . . . . . . . . . .

Αυτά σκεφτόταν σ’ όλη τη διαδρομή, αλλά – πράγμα περίεργο! Η σύζυγος του μίλησε γιά κάποια γυναίκα που θα συναντούσε, αλλά δεν του είπε τίποτε γιά βασιλιά. Όπως του είπε γιά μάτια κι αυτιά ορθάνοιχτα, αλλά δεν του είπε γιά το αν έπρεπε να κρατήσει καί το στόμα του ορθάνοιχτο, ν’ αναλάβει πρωτοβουλίες καί να μιλήσει, ή να το κλείσει με τη μέγγενη· δεύτερο παράξενο!

Αλλά, τί σημασία είχαν όλ’ αυτά; Από καναδυό χιλιόμετρα μακριά, ήδη φαινόντουσαν οι Μυκήνες.

. . . . . . . . . . .

iii. Στον ναό

Άνοιξε την παλιά πόρτα καί μπήκε μέσα. Πράγματι, ναός ήταν! Καναδυό σκόρπια αναμμένα κεριά, μιά πέτρινη σφαίρα με γιρλάντες -η Γαία!-, ένα ξύλινο άτεχνο (πανάρχαιο, όμως, κατά τα φαινόμενα) παλλάδιον μιάς γυμνής γυναίκας, ένας μικρός πέτρινος βωμός… Αυτά. Τουλάχιστον αυτά τράβηξαν την άμεση προσοχή του.

Αισθάνθηκε μιά παρουσία. Όχι εχθρική.

«- Ώωω, νά που έχω εμπρός μου τον ξακουστό Διομήδηηη!», άκουσε μιά γυναικεία φωνή πίσω του, μείγμα θαυμασμού και λεπτής ειρωνείας.

Γύρισε να δεί – κι έμεινε κάγκελο.

Μιά πανέμορφη γυναίκα, απάνω-κάτω στη δική του ηλικία. Με μακριά σπαστά μαλλιά ανοιχτά καστανόχρωμα, μάτια σκούρα καστανά, διαπεραστικό -αλλά όχι ενοχλητικό, ή εχθρικό- βλέμμα… καί, ναί, τα μάτια της ελαφρώς λοξά.

Τού ‘πεσε το σαγόνι. Αλλά ξαναβρήκε αμέσως την αυτοκυριαρχία του, χαμογέλασε, καί…

«- Άρχοντα Διομήδη, συγνώμη που θα σας το πώ, αλλά ο βασιλιάς μας λείπει, καί θα λείπει γιά μέρες! Θέλετε, όμως, να σας πάω στο παλάτι, να φάτε καί να ξεκουραστήτε;»

Ήταν ο υπηρέτης, που θα πήγαινε να ειδοποιήσει τους παλατιανούς. Είχε μπεί μέσα στον ναό, σχεδόν απαρατήρητος.

Δεν ήξερε τί να του πεί· ο υπηρέτης είχε παρέμβει στην πλέον ακατάλληλη στιγμή. Από τη δύσκολη θέση, ωστόσο, τον έβγαλε η γυναίκα. «- Θα τον αναλάβω εγώ τον άρχοντα Διομήδη!», είπε χαμογελαστά στον υπηρέτη· αλλά δεν άφησε καμμία αμφιβολία, γιά το ποιός έδινε τις διαταγές εκεί μέσα. «Θά ‘ρθουμε από το παλάτι αργότερα.»

Ο υπηρέτης υποκλίθηκε κι έφυγε.

Όσο η γυναίκα μιλούσε με τον υπηρέτη αυτά τα λιγοστά δευτερόλεπτα, κι αντίθετα απ’ τους συνηθισμένους άντρες, που τα χάνουν τελείως μπροστά σ’ ένα όμορφο θηλυκό, το μυαλό του πήρε στροφές γρήγορες – κι ανατρίχιασε. Μόνον εκείνη τη στιγμή συνειδητοποίησε ότι ο παλατιανός υπηρέτης ήταν ειδοποιημένος γιά την άφιξή του καί τον περίμενε, καί δεν τον πέρασε γιά έναν τυχαίο ταξιδιώτη, στον οποίο απλά επέδειξε παραδοσιακή ευγένεια φιλοξενίας. «Κλειστό το στόμα σου, Διομηδάκο!», σκέφτηκε.

«Αλήθεια, πώς ήξεραν ότι θα έρθω;…», αναρωτήθηκε μέσα του, «…αφού δεν είχα πεί τίποτε σε κανέναν;» Όλη η ιστορία ήταν πως, γιά να μή δώσει στόχο, δήθεν θα πήγαινε μιά βόλτα στην εξοχή να ξαλεγράρει· κ’ ήδη στο μυαλό του δούλευε το επόμενο πιστευτό ψέμμα, γιά το πώς -αντί της εξοχής- βρέθηκε στις Μυκήνες!

Ενώι ο υπηρέτης έβγαινε απ’ την πόρτα, ο άντρας ξαναχαμογέλασε – στη σκέψη πως καί τα τρία μέρη, αυτό που άφησε, αυτό που πήγε, κι η εξοχή, είχαν ένα κοινό: παντού φίδια!

Από τις άσχημες σκέψεις, όμως, τον έβγαλε η γυναίκα.

«- Γιατί χαμογελάς, άρχοντα Διομήδη; Τόσο πολύ σου αρέσω ως γυναίκα;», τον πείραξε.

«- Ναί, αλλά δεν είν’ αυτή η αιτία!», της απάντησε. «Σκεφτόμουνα να σε ρωτήσω με τη σειρά μου, ποιά ξακουστή έχω εγώ πίσω μου, αλλά με πρόλαβε ο υπηρέτης!»

Πάλι βρυκολάκιασαν οι σκέψεις ότι δεν μπορεί να κρυφτεί. Ωστόσο, γέλασαν κι οι δυό.

«- Ποιά είμαι, λοιπόν;»

«- Χμ… ιέρεια εδώ, ή παλατιανή αρχόντισσα θά ‘λεγα. Αλλά με προβληματίζουν τα ρούχα σου, που δεν είναι γιά επίσημες περιστάσεις!»

«- Δεν έχουμε κάποια γιορτή σήμερα. Ιέρεια είμαι. Σε ποιά θεότητα, λές;»

«- Δήμητρα; Άρτεμη;»

«- Αφροδίτη!»

«- Μάλιστα!… Καί τ’ όνομά σου, όμορφη σχεδόν σαν τη θεά μας, ιέρεια;»

«- Άτερ!»

Τον χτύπησε κεραυνός. Μάλλον, πολλοί κεραυνοί ταυτόχρονα. Όταν έρχεται ένας του είδους, βλέπεις, φέρνει καί παρέα. Μόλις τότε είδε κάπου σε μιά γωνιά του ναού το χρυσό της ιερατικό στέμμα, με τους τρείς ομόκεντρους ρόδακες· δεν είχε προλάβει να το προσέξει πιό πρίν. Μόλις τότε συνειδητοποίησε ότι τ’ όνομά της, σ’ αυτή τη συγκεκριμένη μορφή, ήταν αρχαίο.

«- Άτερ!… Αίθρα, δηλαδή! Αλλά γιατί με την αρχαία προφορά;»

«- Έτσι με αποκαλούσε ο πατέρας μου, από τότε που ήμουνα πολύ μικρούλα!»

«- Καλός γνώστης του αρχαίου παρελθόντος ο πατέρας σου!…», παρατήρησε κάπως χαζά. Μέσα του ήδη τον έτρωγε άλλη φλόγα· ένα παρελθόν, που κάθε άλλο παρά πέθανε κάποτε. Πάντα ζούσε· απλά, δεν τραβούσε την προσοχή. Καί τώρα, άρχισε να διεκδικεί τα δικαιώματά του σαν αδικημένος κληρονόμος.

«- Ναί, μου έχει μάθει πολλές ιστορίες καί πολλά μυστικά. Τά ‘χει κρατήσει η παράδοση της οικογένειάς μας από τότε, από το Νησί στις καλές μέρες του.»

Κι άλλη μαχαιριά ανείπωτη καί μυστική.

. . . . . . . . . . .

Πρίν προλάβει να συνειδητοποιήσει τί ξυπνούσε μέσα του, η Άτερ του έπιασε τα δυό χέρια με τα δικά της, καί τον κοίταξε σοβαρή κατάματα.

Σιωπή. Στιγμές, που φάνηκαν αιώνες.

Θά ‘λεγε κανείς ότι αμέσως μετά θα του πατούσε κι ένα φιλί στο στόμα· αλλά, όχι.

«- Διομήδη, τί σου είπε η σύζυγός σου πρίν φύγεις;»

«- Πολλά.» – κι απόδιωξε σαν ενοχλητική σκατόμυγα τη σκέψη να της πεί γιά το γκάστρωμα.

«- Το πιό σημαντικό;»

«- Ότι τα άστρα καί οι οιωνοί είναι άριστοι γιά σήμερα, καί ότι πρέπει να έχω μάτια κι αυτιά ορθάνοιχτα.»

«- Όσον αφορά το πρώτο, πραγματικά οι οιωνοί είναι άριστοι. Συμφωνώ.»

«- Γιατί το λές αυτό;»

«- Επειδή λείπει ο βασιλιάς.»

«- Μά, ήρθα να τον συναντήσω, κι έπεσα στην απουσία του! Τί ‘άριστο’ είν’ αυτό;»

«- Γι’ αυτό ακριβώς. Δεν θα σ’ έπαιρνε με καλό μάτι! Ή, τί νομίζεις; Δεν μαθαίνονται τα νέα εδώ κάτω; Λες να μή μάθαμε το πώς διέλυσες τα σχέδια του Μίνωα, του προπάππου του βασιλιά μας, καί τί έκανες με την κόρη του ναυάρχου του, του Θόα, καί πώς της άλλαξες τα μυαλά; Ευτυχώς, δεν θα χρειαστεί ν’ αλλάξεις καί τα δικά μου με τον ίδιο τρόπο!», τον ειρωνεύτηκε.

Της έριξε μιά απογοητευμένη ματιά, σα να της έλεγε ότι την παρακαλάει να σταματήσει, σα να της μηνούσε ότι δεν ήρθε γιά να σκαλίσουν μαζί τις πληγές της μέχρι τότε ζωής του.

«…Κι εκτός απ’ αυτό, έχεις την ακλόνητη δικαιολογία πως ήρθες τελείως τυχαία εδώ. Οι άρχοντες, αν θέλουν να συναντηθούν, πρώτα ειδοποιούν καί συνεννοούνται.»

Συγκατένευσε.

«- Καί τα ‘μάτια κι αυτιά ορθάνοιχτα’; «

«- Μά, είσαι χαζός! Αφού το ξέρεις ήδη ότι ο βασιλιάς μας είναι αντιπαθής στον λαό μας, τί νομίζεις; ότι οι άνθρωποι εδώ θα εκφράζονται πιό ελεύθερα με την παρουσία του, ή με την απουσία του;»

Κούνησε το κεφάλι του ως δείγμα ότι κατάλαβε.

«- Αλλά, έτσι κι αλλοιώς θα μαθευτεί καί στην Κόρινθο ότι ήρθα!»

Το πρόσωπο της ιέρειας πέτρωσε, κι έστρεψε το βλέμμα της αλλού.

«- Άρχοντα Διομήδη, θες την αλήθεια καί μόνο την αλήθεια;»

«- Φυσικά!»

«– Η γυναίκα σου έχει δίκιο, που φοβάται πολύ. Ποτέ δεν θα την αποδεχθούν, καί δεν θά ‘χει καλό τέλος. Κι εσύ, θα φύγεις απ’ την πόλη, θέλοντας καί μή.»

Ο άντρας θύμωσε, αλλά προσπάθησε να συγκρατηθεί. Η ιέρεια ήταν φορέας κακών μαντάτων, αλλά δεν ήταν εχθρός· δεν έφταιγε. Δεν θα ξέσπαγε απάνω της.

«- Δεν θα το επιτρέψω ποτέ αυτό!», είπε βαρειά καί αποφασιστικά.

Τον κοίταξε πάλι στα μάτια, σοβαρή.

«- Καί τί σκοπεύεις να κάνεις;»

«- Δεν έχω πολλές επιλογές. Είτε σκοτώνω τον σφετεριστή βασιλιά…»

«- …Καί θα σε φάνε ζωντανόν όσοι τώρα πίνουν νερό στ’ όνομά του!», τον αντίκοψε,

«- …Ωραία, λοιπόν! Είτε κοιτάζω να τους αλλάξω τα μυαλά!…»

«- …Πράγμα που θα σου πάρει μιά ζωή, καί χωρίς απόλυτη πιθανότητα επιτυχίας…»

«- …Είτε θα βρώ συμμαχίες ισχυρών εναντίον του, αφού πρώτα έρθουμε σε κάποια συμφωνία!»

«- ..Καί βρήκες τον δικό μας βασιλιά, τον χειρότερο να συμφωνήσει κανείς μαζί του!… Θα έλεγα πως είσαι χαζός, Διομήδη, αν δεν ήξερα ότι είσαι απελπισμένος! Μήπως πάει το μυαλό σου τί ανταλλάγματα θα ζητήσει, κι αν μπορείς να του τα δώσεις; Προβλέπω ότι, αντί να κερδίσεις τον θρόνο της Κορίνθου, θα του παραδώσεις κι αυτόν, καί τον θρόνο της Ιωλκού μαζί!»

Την κοίταξε κατάματα γιά κάμποση ώρα.

«- Πολλές κουταμάρες έχω κάνει στη ζωή μου, μά θαρρώ ότι απ’ τις μεγαλύτερες είναι που ακόμη δεν σε ρώτησα τί με συμβουλεύεις.Τί με συμβουλεύεις, λοιπόν;»

«- Πάμε μιά βόλτα, να σου δείξω το μέρος; Αν μείνουμε πολλή ώρα εδώ, θ’ αρχίσουν να υποψιάζονται ότι συνομωτούμε. Καί, μην ανησυχείς! Μπορώ να λέω πειστικά ψέμματα! Άλλως τε, τον λόγο μου ως ιέρειας δεν θα τον αμφισβητήσουν.

Στο τέλος, βέβαια, θα χρειαστεί να περάσεις κι απ’ το παλάτι· διότι, αν δεν περάσεις, θα το πάρουν γιά προσβολή. Αλλά εκεί καθαρίζω εγώ! Δεν θα σ’ αφήσω απ’ τα μάτια μου. Εσύ κοίτα μονάχα να μη λυθεί το στόμα σου. Δεν σε κόβω να είσαι συνηθισμένος στο κρασί!»

«- Δεν είμαι…»

«- Πάμε, λοιπόν;»

«- Καί δεν πάμε;!»

. . . . . . . . . . .

iv. Βόλτα στα σοκκάκια

Οδοιπορούσαν αργά. Του εξήγησε ότι έτσι απέφευγαν τους όποιους ωτακουστές, επειδή θα έπρεπε κι αυτοί να κινούνται, ώστε πάντα να βρίσκονται κοντά στο ζευγάρι. Πράγμα που θα εθεωρείτο αγενές – άσε που την οργή της ιέρειας, την έτρεμαν.

Ωστόσο, η κουβέντα τους δεν σταμάτησε.

«- Καί τί με συμβουλεύεις να κάνω, τελικά;»

«- Ν’ αποδεχθείς τη μοίρα σου!»

«- Δηλαδή;»

«- Κοίτα, σ’ αυτή τη ζωή δεν θα έχεις εύκολα ησυχία. Ούτε τα αγαπημένα σου πρόσωπα κοντά σου, τουλάχιστον εύκολα. Άλλος είναι ο προορισμός σου.»

«- Ποιός;»

«- Θα δείς…»

«- Κι εσύ; πώς μπλέκεσαι σ’ όλ’ αυτά;»

«- Εγώ θα σε βοηθήσω να κλειδώσεις το μυστικό σου, όταν έρθει η ώρα.»

Την κοίταξε βαθειά στα μάτια, μ’ ένα βλέμμα ισοδύναμο με δυό σπαθιά, όπως κάθε άντρας αποφασισμένος να τα παίξει όλα γιά όλα. Ή μιλάς, ή σε σκοτώνω με τα ίδια μου τα χέρια! Αλλά δεν τη ρώτησε· κάπως ήξερε μέσα του, ότι το ήξερε κι αυτή.

«- Κι αν χρειαστεί να το ξεκλειδώσω πάλι;»

«- Εγώ θα σε βοηθήσω πάλι!»

Έμειναν γιά λίγο σιωπηλοί.

Περπατούσαν ευθεία μπροστά, αλλά έστριψε το κεφάλι του προς αυτήν. «- Αλήθεια, τότε, στο Νησί;…»

«- Ναί, γνωριζόμασταν καί τότε!»

«- Πώς; Ήσουν σύζυγός μου, ερωμένη μου, συγγενής μου, μητέρα μου, γειτόνισσα, φίλη, απλή γνωστή;»

Σειρά της γιά στροφή της κεφαλής.

«- Διομήδη, γιατί το κάνεις αυτό; Θες να μου διαλύσεις τις άμυνές μου, καί μετά να διαλύσω κι εγώ τις δικές σου; Θα κλαίμε κι οι δυό μας μετά!»

«- Συγχώρεσέ με, αλλά είμαστε θνητά όντα· καί σαν άντρας, πορεύομαι με τη φύση μου. Όμορφη είσαι, έξυπνη είσαι… σοφή είσαι, απ’ όσα διαπίστωσα… Ποιός άντρας δεν θα σ’ ήθελε γιά γυναίκα του;»

Κοίταξε ευθεία μπροστά της, καί χαμογέλασε.

«- Υπάρχουν πολλές άλλες γυναίκες, καλύτερές μου!»

Ο άντρας, γιά να ελαφρώσει το κλίμα, έκανε μιά κωμική χειρονομία με τις παλάμες προς τα πάνω, αδυναμία αποφυγής του μοιραίου – «άχ, τί να κάνουμε;».

«- Κι εσύ; θα ξαναπροδώσεις τις γυναίκες που αγάπησες;», τον ρώτησε, κοιτάζοντας ίσα μπροστά.

Ο άντρας σοβάρεψε απόλυτα. «- Όχι, δεν σκοπεύω.» Την κοίταξε. «- Ξέρεις, αυτό που σου φαίνεται σαν αντρική επιπολαιότητα, πες πως είναι μιά απέλπιδα, ανόητη αν θέλεις, δική μου προσπάθεια να ξεπεράσω τη θνητότητα. Κι άσε τις σχέσεις μου με τις γυναίκες. Δές, όμως! Η θνητότητα μας εμποδίζει κι αλλού, όχι μονάχα στο κρεββάτι με το ταίρι μας!

Αν χρειαστεί να ξεθάψω το μυστικό μου αιώνες, ή καί χιλιετίες μετά; Πώς θα σε βρώ – που είπες, ότι θα με βοηθήσεις;»

«- Θα με βρείς!…»

«- Πώς;»

«- Θα δείς τα σημάδια, καί θα καταλάβεις πως είμ’ εγώ!»

«- Κι εσύ;»

«- Το ίδιο…»

. . . . . . . . . . .

v. Επιστροφή στην Κόρινθο

Τον φιλοξένησαν στο παλάτι γιά μεσημεριανό γεύμα. Η συζήτηση κυμάνθηκε σε πλαίσια πολιτικού ενδιαφέροντος γιά τους Πανέλληνες, κι απέφυγαν τα προσωπικά όπως ο Ακατονόμαστος το λιβάνι. Νά, τώρα, γιατί επιμένουν οι Τρώες να κάνουν πειρατικές επιδρομές; Θα χρειαστεί να τους πολεμήσουμε μιά μέρα; Καί πώς; καί πόσοι από μας; Καί τί θέλει η Θήβα; θ’ ακολουθήσει τις υπόλοιπες πόλεις;…

Πέρασαν ευχάριστα οι ώρες, η Άτερ άγρυπνη φρουρός δίπλα του, μή καί του ξεφύγει καμιά απερίσκεπτη κουβέντα, χόρτασαν, εγέρθηκαν, καί αποχαιρετίστηκαν. Έπρεπε να φύγει πρίν έρθει το βράδυ.

Νωρίς το απόγευμα, λοιπόν, ακολούθησε με το αμαξάκι του την πορεία του Ήλιου.

Δυτικά καί βόρεια.

. . . . . . . . . . .

Εκείνο το βράδυ έκανε έρωτα με τη γυναίκα του σαν έφηβο μαθητούδι, που γιά πρώτη φορά γνωρίζει τον επί Γής Παράδεισο. Ήξερε, πιά – καί ήξερε κι αυτή πως ήξερε κι αυτός, πράγμα που μπροστά στη φοβερή προοπτική του θανάτου της την καθησύχαζε κάπως. Άσε που δεν χρειαζόταν να του εξηγήσει.

Όταν ηρέμησαν τα πράγματα, γύρισε στο πλευρό της καί του είπε: «- Εγώ θα ‘φύγω’. Γύρνα στις άλλες δύο πρώην σου, κι εμείς θα βρεθούμε σε κάποια άλλη ζωή – αν μ’ αγαπάς!»

Την πήρε αγκαλιά. «- Εύχομαι να μή συμβεί αυτό! Ας πούμε πως θα γυρίσω… αλλά, συνεννοημένες είσαστε με τη Μυκηνιά καί λέτε τα ίδια; Τί λυσσάξατε με τις επόμενες ζωές;»

Γέλασαν μαζί τρανταχτά. Καιρό είχαν να γελάσουν έτσι. Αν κι αισθανόντουσαν ότι ο θανάσιμος κλοιός άρχισε να σφίγγει πιά γύρω τους.

Η εκδρομή δεν αποδείχτηκε τελικά τόσο αθώα.

. . . . . . . . . . .

vi. Ελλάδα, 2023

«- Κοίτα ρέ, μιά μάζωξη!», σχολίασε ο μαντράχαλος υπ’ αριθμόν ένα, χαζεύοντας την οθόνη.

«- Ρέ σείς, είμαστε κορόϊδα, που δεν γίναμε βασιλιάδες καί πρίγκηπες!», απεφήνατο ο μαντράχαλος υπ’ αριθμόν δύο.

«- Γιατί, ρέ; γιά να μή μπορούμε να την πέσουμε ούτε σε μιά γκόμενα, χωρίς να μας πάρουν χαμπάρι οι εφημερίδες καί να μας κάνουν ρεζίλι;», εφιλοσόφησεν ο μαντράχαλος υπ’ αριθμόν τρία.

«- Γιά να καλοτρώμε τζάμπα, ρέ!», συνεπέρανεν ο μαντράχαλος υπ’ αριθμόν τέσσερα.

«- Γιατί ρέ βλήμα; Τώρα δεν καλοτρώμε, δηλαδή;», εφθέγξατο ο μαντράχαλος υπ’ αριθμόν πέντε, χλαπακιάζοντας τεμάχιον πίτσας, μεγέθους «γίγαντος».

«- Ναί, ρέ μοσχάρι, καλοτρώμε, αλλά πληρώνουμε απ’ την τσέπη μας!», έβγαλε τα λογιστικά ο μαντράχαλος υπ’ αριθμόν έξι. Καί κατέληξεν εις το υπαρξιακόν ερώτημα: «- Τί καθόμαστε καί βλέπουμε, ρέ παπάρες, σα να είμαστε γκόμενες;»

«- Έλα, ντέ!», ακούστηκαν μερικές σκόρπιες φωνές λογικής. Εκ των οποίων η μία συνέχισε: «- Μή μιλάς, καί φάε, γιά να μή σου τα φάμε εμείς καί μείνεις με το θέαμα!»

«- Θα παραγγείλουμε κι άλλα, ρέ χαϊβάνι! Φιλοσοφία θέλει;», απήντησεν αγερώχως ο παρασυρθείς εκ του θεάματος.

. . . . . . . . . . .

Η χαρούμενη αυτή παρέα (με τις αμοιβαίες φιλοφρονήσεις) μεσηλίκων «όξω φτώχεια καί καλή καρδιά» δεν ήταν τόσο ισοπεδωμένη· απλώς ξεδίνανε, τα …»παιδιά». Υπό φυσιολογικές συνθήκες, τα ενδιαφέροντά τους ήταν πολύ υψηλά – καί συμμοιραζόμενα μονάχα μ’ ένα δύο, έως τρία τα εκατό του πληθυσμού· με το κομμάτι, δηλαδή, της υψηλής νοημοσύνης ανθρώπων, που δεν έστεργαν έτοιμες σκάρτες «αλήθειες» καί σάπιες αλήθειες «εξ αποκαλύψεως».

Ένας όντως ισοπεδωμένος, θα τους αποκαλούσε συνομωσιολόγους. Ένας ακόμη πιό ισοπεδωμένος, θα τους αποκαλούσε συνομωσιολάγνους.

Τώρα, βέβαια, είχε πάρει το πάνω χέρι η υψηλή μαγειρική της πίτσας καί η υψηλή -έως ρεψίματος- ζυθοποιΐα· οπότε, οι λαμπρές, ψαγμένες αλήθειες, μπορούσαν να περιμένουν.

Ωστόσο, τον έναν της παρέας κάτι τον έτρωγε μέσα του. Αλήθεια, αυτή η εντυπωσιακή …πώς να την αποκαλέσεις; «γκόμενα»; «κυρία»; καί τα δυό μαζί; …τί ρόλο έπαιζε; Περπατούσε μέσα στον ναό, αλλά με ποιόν σκοπό; Αν έλειπε, δηλαδή, θ’ άλλαζε κάτι από τη σεμνή τελετή, του να κάνουν βασιλιά ένα χούφταλο;

Ας δούμε, λοιπόν, τί ρόλο βαράει η μανδάμ! Διότι, στην εποχή του Διαδικτύου, ξέρεις μέχρι καί τί εσώρρουχα φοράει (κι αν φοράει) η γειτόνισσά σου. (Καί πώς να μην το ξέρεις, αφού αυτή η ίδια τα μαρτυράει όλα – καί χωρίς ξύλο; ) Μ’ ελάχιστο ψάξιμο, λοιπόν, βγήκαν όλα τα σχετικά! Νά τηνε… όνομα, επώνυμο, ηλικία, συνήθειες, παρέες, αξίωμα, μέχρι καί το ωροσκόπιό της προέκυψε! Χμ… ενδιαφέρουσα τύπισσα. Μόν’ αλοίμονο στον αρσενικό, που θα πάει να της κάνει τα δικά του. Θα τον μεταμορφώσει σε γουρούνι, η Κίρκη!

Αν κι όχι ακριβώς… αλλά, έτσι καί τον μυριστεί ότι σκέφτεται μονάχα με το κάτω κέντρο αποφάσεων, θα τον βάλει να της γλείψει τις σόλες των παπουτσιών της· κι ο τυπάς θα το κάνει χωρίς δεύτερη σκέψη – λέει το ωροσκόπιον. Αχά!… Γι’ αυτό καί δεν στέριωσε σε γάμο.

Γι’ αυτό, όμως, τη βάλανε καί στη θέση που τη βάλανε· γιά την τρομερή ψυχική της ισχύ.

. . . . . . . . . . .

vii. Ελλάδα, 2024

Όλα καλά, όλες οι πληροφορίες στη θέση τους, αλλά… Τα μάτια της κυρίας αυτής, λίγο ειρωνικά, λίγο κακομοίρικα, λίγο παρακλητικά,…

…κι όχι διαπεραστικά, επειδή η δύναμη καλό είναι να μήν επιδεικνύεται…

…έλεγαν πως κάτι λείπει ακόμη· κάτι που διαφεύγει… καί θα διαφεύγει επί πολύ από τους κοινούς θνητούς.

Τί, όμως; καί γιατί πρέπει να το ψάξει κανείς; Στο κάτω-κάτω, αυτή η κυρία είναι αξιωματούχος ενός ξένου κράτους, το οποίο έχει κάνει μέγιστο κακό στο δικό μας.

Τότε;

. . . . . . . . . . .

«- Θα δείς τα σημάδια, καί θα καταλάβεις πως είμ’ εγώ!»

Άτερ, Αίθρα… Πανάθεμά σε, παλιοκόριτσο! Τί πλάκες είν’ αυτές που κάνεις; Είμ’ εγώ γιά αινίγματα; Έ;

Έπρεπε να τό ‘χα καταλάβει! Έψαχνα τα ρούχα σου καί τα χρυσαφικά σου, αλλά τα σημάδια βρισκόντουσαν αλλού!

Το στέμμα σου με τον τριπλό ομόκεντρο ρόδακα, σ’ αυτήν εδώ τη ζωή σφράγισε το ωροσκόπιό σου!!!

. . . . . . . . . . .

Συνέχισε να κρατάς με τη σοφία σου το τιμόνι της σημερινής χώρας σου – φροντίζοντας, κυρίως, να μή συγκρουστεί με τη δική μου. Διότι τότε θα μπούν σε λειτουργία μηχανισμοί, που δεν θα μπορέσει κανείς να τους σταματήσει – καί θα σας κάνουν λιώμα.

Μέγιστη ευθύνη, δέ λέω. Αλλά στηρίζεται στους όμορφους ώμους σου· έτσι ώρισε η μοίρα!

. . . . . . . . . . .

Ίσως κάποια μέρα συναντηθούμε πάλι καί σ’ αυτην εδώ τη ζωή, αν καί δεν το βλέπω. Αν, όμως, γίνει, σου χρωστάω ένα φιλί ακριβώς στο κέντρο του ρόδακα!

ΤΕΛΟΣ

. . . . . . . . . . .

Αφιερώνεται σε τέσσερεις (πραγματικές, κι όχι μυθιστορηματικές) Κυρίες!

Αφιερώνεται επίσης στην παλιοπαρέα των μαντραχαλαίων! (Ξέρουν αυτοί!)

Επί τον τύπον του Ήλον

12 Σχόλια

α. Εισαγωγή

Η είδηση: ο γνωστός επιχειρηματίας Ήλον Μάσκ (ηλεκτρικά αυτοκίνητα «Τέσλα», Χ -πρώην Τουΐττερ-, κτλ) είπε ότι οι Έλληνες είμαστε έθνος υπό εξαφάνιση.

Αν κι έπεσαν να τον φάνε (κάτι κομματόσκυλα, κάτι «Καθημερινές», κτλ), αυτό το γεγονός μας είναι γνωστό· άσε που αποδεικνύεται από τις στατιστικές, διότι το πόσοι Έλληνες ζούν κάθε στιγμή, είναι απολύτως μετρήσιμο μέγεθος. Ως παράδειγμα, αρκεί να δήτε σε πόσα αντίτυπα τυπώνονται τα σχολικά βιβλία μιάς τάξης: κάθε χρόνο καί λιγώτερα. Άσε που τα δεδομένα της Εθνικής Στατιστικής Υπηρεσίας είναι δημοσιευμένα, καί όποιος επιθυμεί, μπορεί να ανατρέξει σ’ αυτά.

[Τώρα, βέβαια, η μή εκκαθάριση των εκλογικών καταλόγων είναι ένα άλλο ζήτημα, το οποίο συμβαίνει εκ του πονηρού. Εκεί, το εκλογικό σώμα κάθε φορά εμφανίζει ελαφρά αύξηση!… αν καί αυτή οφείλεται στη μή διαγραφή των πεθαμένων, συν την εγγραφή αλλοδαπών λάθρο καί τζάϋφτουσιζ.]

. . . . . . . . . . .

Ωραία, τα γνωρίζουμε όλ’ αυτά από πρώτο χέρι. Καί τα γνωρίζουμε εδώ καί δεκαετίες. Όπως γνωρίζουμε καί τις αιτίες, πχ την οικονομική ανέχεια. (Άσχετο αν αποστρέφουμε το βλέμμα από κάποιες άλλες απ’ αυτές, πχ την κατάθλιψη σε πανεθνικό επίπεδο.)

Το σημαντικώτατο ερώτημα, όμως, είναι γιατί ενδιαφέρθηκε ο κυρ-Ήλον; Τί τον νοιάζει αυτόν; Τυγχάνει απλά ρομαντικός φιλέλλην, ή μήπως επισυμβαίνει (καί) τίποτε άλλο;

Προσπαθήστε να δώσετε τη δική σας απάντηση, πρίν προχωρήσετε παρακάτω. Διότι θα καταλάβετε πολλά.

. . . . . . . . . . .

. . . . . . . . . . .

β-1. «Αυτοί»

Λοιπόν, ακολουθεί η δική μου απάντηση – κι ελπίζω να μην αποδειχθήκατε τεμπέληδες, περιμένοντας τα έτοιμα!

Οι τωρινοί αφέντες του πλανητάκου μας, (έχει αποδειχθεί πως) είναι δύο κατηγοριών:

  • Αυτοί, που θέλουν να μας εξαφανίσουν τελείως από προσώπου Γής. Που δεν θέλουν να μείνει ούτε ρουθούνι Έλληνα. (Μετά, με την ησυχία τους, θα μας εξαφανίσουν κι απ’ την Ιστορία.)
  • Κι αυτοί, που μας θεωρούν χρήσιμους σε «ειδικές» χρήσεις. Οι οποίοι αποτελούν τρόπον τινά «φρένο» στους της πρώτης κατηγορίας.

Πιό αναλυτικά: οι πρώτοι, όντες καρα-Κρόνιοι του κερατά, μας το κρατάνε μανιάτικο από την εποχή της Ατλαντίδας. Οι δεύτεροι, πιό ψύχραιμοι, λένε στους πρώτους ότι τα πάντα έρχονται καί παρέρχονται· το παρελθόν δεν έχει καμμία σημασία, διότι τα σημερινά χάλια των Ελλήνων δείχνουν πως οι Έλληνες δεν θ’ ανακάμψουν ποτέ πιά ως παγκόσμια ηγετική δύναμη. Ίιιιισως μόνον στο πνεύμα· αλλά, καί πάλι, ζούμε σε εποχές όπου η γνώση καί η πληροφορία διαδίδονται καί διαμοιράζονται αστραπιαίως. Οπότε, ο πρώτος / πρωτοπόρος είναι τέτοιος μονάχα γιά μερικές ώρες. Αμέσως ακολουθούν οι υπόλοιποι.

[Δες πχ πόσο γρήγορα κάλυψαν οι Κινέζοι την υστέρησή τους στα μοντέρνα ηλεκτρονικά. Πήραν, βέβαια, έτοιμη τεχνογνωσία, αλλά η Δύση στο μεταξύ προχώρησε· κι οι Κινέζοι από κοντά, όμως – δεν τους ξέφυγαν μπροστά οι Δυτικοί. Τα ίδια καί με τη Βιολογία – με την κατασκευή του διαβόητου κοροϊδοϊού, πχ.]

Υπάρχει, βέβαια, καί η πιθανότητα η δεύτερη κατηγορία εξουσιαστών να περιμένει, έως ότου μας «κλέψει» το προνόμιό μας, δηλαδή την ικανότητά μας να βρίσκουμε λύσεις σε «ειδικά» προβλήματα, καί μετά να τραβηχτεί στην άκρη, αφήνοντας ελεύθερη την πρώτη κατηγορία στο σφαγιαστικό της έργο.

. . . . . . . . . . .

β-2. Εμείς

Καί ποιό προνόμιο έχουμε οι Έλληνες, που μας καθιστά τόσο χρήσιμους, ακόμη καί σ’ αυτούς που δεν μας χωνεύουν;

Έχουμε δύο.

Το ένα, είναι μεταφυσικό – κι αν θέλετε να είμαστε 100% αντικειμενικοί, δεν αποδεικνύεται: είναι η μοίρα των «Ατλαντείων» πάντα να πλησιάζουν στην πηγή, αλλά ποτέ να μην πίνουν νερό. Κάτι σαν κακό κάρμα, προαιώνια κατάρα, «- Το αίμα Αυτού εφ’ ημών…», κτλ. Καταλαβαίνετε.

Το δεύτερο είναι η γλώσσα μας, χωρίς την οποία δεν προχωράει ο πολιτισμός.

Το επεσήμανε πρώτος ο Παλαιός, συμπληρώσας ότι πχ η επέκταση της ανθρωπότητας στο Διάστημα δεν γίνεται χωρίς την Ελληνική γλώσσα.

Καί γιατί αυτό; Αφού ολόκληρη η τεχνολογία του 20ου καί 21ου αιώνων είναι αγγλόφωνη κατά βάσιν.

Χμ…

Θ’ απαντήσω με ερώτηση: Γιατί ο Νεύτων μιλούσε κι εξέφραζε γραπτώς τις σκέψεις του στ’ αρχαία Ελληνικά; (Πράγμα, που κάνουν αρκετοί άλλοι παρόμοιοι «συνάδελφοί» του σήμερα.) Ερώτηση 1+1 δώρο: Επίσης, γιατί όλοι οι εξουσιαστές γνωρίζουν τον Θουκυδίδη απ’ έξω;

Φαίνεται πως όλοι αυτοί «κάτι» είδαν καί βλέπουν στην Ελληνική, που δεν το είδαμε καί δεν το βλέπουμε εμείς.

Επίσης, να γνωρίζετε ότι η Ελληνική χρησιμοποιήθηκε ως κατακτητικό «όπλο» εναντίον των Ελλήνων, ειδικά μετά την άλωση του 1453… όπου όλη η Δύση διείδε ευκαιρία να κατακτήσει την Ελλάδα οριστικώς. (Αλλά δεν υπολόγισε την οξύνοια του Μεχμέτ Β’ «Πορθητή», που ήθελε την Ελλάδα γιά πάρτη του – καί μπόρεσε να την κρατήσει.) Τα Ελληνικά τα είχαν μάθει «φαρσί» από τους Έλληνες λογίους, που κατέφυγαν στη Δύση πρό καί μετά το 1453, αλλά η «οπλοποίηση» της γλώσσας μας φάνηκε ξεκάθαρα με τον Έρασμο, ο οποίος επίτηδες αλλοίωσε την προφορά κατά το δοκούν.

. . . . . . . . . . .

γ. Αυτό το «κάτι»

Αυτό το «κάτι» της Ελληνικής, μας το λέει εμμέσως πλήν σαφώς το φοβερό καί τρομερό -θρυλικό πιά- βιβλίο: «Ο θαυματουργός ψίθυρος του Ερμή»: είναι το γεγονός ότι δεν καθοδηγεί μονάχα η σκέψη τη γλώσσα, αλλά καί η γλώσσα καθοδηγεί τη σκέψη!!!

Έμ, βέβαια! Το εκφραστικό σου «όχημα» σε βοηθάει να σκέφτεσαι – καί η Ελληνική είναι το κατ’ εξοχήν τέτοιο «όχημα». Σκεφθήτε, αντιθέτως, ότι η Τουρκική δεν βοηθάει πχ να φιλοσοφείς. Κάπου 700-800 τουρκικές λέξεις γνωρίζουμε (ως ενσωματωμένες στα μοντέρνα Ελληνικά), αλλά όλες ανεξαιρέτως περιγράφουν αντικείμενα (γρόσι, φέσι, καντάρι), ζώα (άτι), καί (ελάχιστες από δαύτες) ιδιότητες (μπουνταλάς). Ανώτερες έννοιες, όμως, πουθενά!

Πάντως, όσο αυτονόητη ( ; ) κι αν είναι η διαπίστωση ότι καί η γλώσσα μπορεί να καθοδηγεί τη σκέψη, χρειάστηκαν πρακτορίστικες έρευνες, ώστε να παγιωθεί – πρώτα ως μυστικό όπλο του ψυχολογικού πολέμου. (Δες κάτι «νευρογλωσσικούς προγραμματισμούς», κάτι λέξεις τύπου: «φασίστας», «ρατσιστής», κτλ, και θα καταλάβεις.)

Επομένως, οι Δυτικοί είχαν κι έχουν κάθε καλό λόγο να χρησιμοποιούν τα Ελληνικά – καί δή, στην αρχαία τους μορφή. (Κι όχι μόνον επειδή η αρχαία μορφή της γλώσσας μας ακριβολογεί χωρίς περιττές νοητικές «σπατάλες», όπως γράφει ο «Ψίθυρος», αλλά καί γιά άλλους λόγους – που δεν είναι του παρόντος, καί δεν θέλω να τους αναφέρω.) Γιατί; γιά να επισκέπτονται την Ακρόπολη καί να αισθάνονται σαν στο σπίτι τους; Όχι, βέβαια!

Γιά ν’ αποκτήσουν την ικανότητα να λύνουν τα προβλήματα, που μόνον οι Έλληνες μπορούν!

. . . . . . . . . . .

δ. Πάλι «Αυτοί»

Την απέκτησαν, όμως, αυτή την ικανότητα;

Όχι. Αν την είχαν αποκτήσει, τώρα θα μας είχαν ήδη εξοντώσει.

Υπάρχει περίπτωση να την αποκτήσουν ποτέ; είναι, δηλαδή, θέμα χρόνου;

Επίσης όχι – τουλάχιστον διά της φυσιολογικής, παραδοσιακής οδού (διάβασμα Ελληνικών καί εξάσκηση).

Όχι πως δεν επιχείρησαν… Αλλά στον δρόμο διαπίστωσαν πως τους έλειπε κάτι ακόμη· μιά «λεπτομέρεια»:

Η χρήση της Ελληνικής δουλεύει με τον επιθυμητό τρόπο ΜΟΝΟΝ στις εγκεφαλικές συνάψεις γνήσιου Έλληνα καί γνήσιας Ελληνίδας!

Γι’ αυτό μας κρατάνε ακόμη: επειδή, παρά τα μαύρα χάλια μας, επιμένουμε να παράγουμε μυαλά.

. . . . . . . . . . .

ε. Ο Ήλον

Αν κι είναι φανερό ότι ο Ήλον δεν είναι ακριβώς φιλέλλην του 1821, αν κι είναι φανερό πως είναι εξουσιαστής της δεύτερης ομάδας… άρα, λέει (με τη δημόσια δήλωσή του αυτή) στους της πρώτης ομάδας να πατήσουν φρένο στην εξόντωσή μας (με την πτωχοποίησή μας από τα τσιράκια των «λεσχών» καί την εξόντωσή μας με τα σκατοεμβόλια, κτλ)… λείπει κάτι απ’ την εικόνα.

Που όμως, εύκολα το βρίσκουμε.

Πώς; Ως εξής:

Τί σχέδια έχει αυτός; Ποιά απ’ αυτά πραγματοποιεί ήδη;

Τα κυριώτερα είναι:

  • Πυκνό δικτύωμα δορυφόρων «Στάρλινκ». («Γιά να έχουν όλοι γρήγορο Διαδίκτυο».)
  • Εποικισμός του πλανήτη Άρη. («Ως διέξοδος γιά τον διαφαινόμενο υπερπληθυσμό».)
  • Εμφύτευση ολοκληρωμένων κυκλωμάτων σε ανθρώπινο εγκέφαλο. («Γιά βοήθεια σε αναπήρους».)

Δεν παραπέμπω σε συνδέσμους, μπορείτε να τους βρήτε κι εσείς από μόνοι σας, πιό εύκολα απ’ όσο πίνετε καφέ.

Ωστόσο, όλα τα παραπάνω αναφερθέντα σχέδιά του, εκτός από την προφανή «αγαθοεργή» ανάγνωση, έχουν καί μιά δεύτερη:

  • Δίκτυο ηλεκτρομαγνητικού ελέγχου ολόκληρης της ανθρωπότητας.
  • Σώσιμο των «εκλεκτών» από ολοκληρωτική οικολογική καταστροφή της Γής (πχ μετά από πυρηνικό πόλεμο), διότι τα πυρηνικά καταφύγια δεν επαρκούν. (Ο Άρης είναι κατοικήσιμος· αν καί πιό εύκολα όχι από Ευρωπαίους, αλλά από -μαθημένους σε τέτοια- Θιβετιανούς καί Περουβιανούς, λόγωι αραιής ατμόσφαιρας, ξηρασίας, καί χαμηλών θερμοκρασιών.)
  • Καί… ντράμς ρόλλ… Άμεση «εμφύτευση» στον εγκέφαλο του δέκτη της ικανότητας του σκέπτεσθαι …στα Ελληνικά!!!!! (Τί να κάθεται να διαβάζει βιβλία Ελληνικής Γραμματικής καί λεξικά!…)

Το πιάσατε τώρα το υπονούμενο;

Λοιπόν, ως έθνος έχουμε ζωή, μέχρις ότου (καί άν…) επιτευχθεί το επιθυμητό «θαύμα» του ολοκληρωμένου κυκλώματος στον εγκέφαλο καποιανού υπερ-εξουσιαστή…

Γιά το ποιός θα είναι αυτός, βέβαια, μόνον υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε.

Αλλά, μέχρι τότε… πάτα το, ρέ Βαλόντια, το γ@μημένο!!! Ο Μπούλης κοιμάται όρθιος.

ΤΕΛΟΣ

. . . . . . . . . . .

Υγ 1: Όταν εγώ φωνάζω στα διάφορα νιάνιαρα, που σπουδάζουν έξω, να βγάλουν τον σκασμό καί να μην ανοίγουν τα μάτια βαρβάρων, είμαι υπερβολικός;

Επίσης, όταν φωνάζω στους Έλληνες ότι μόνον με Ελληνίδες πρέπει να ζευγαρώνετε, κι όχι με την κάθε «ρομαντική τουρίστρια», που θα σας ρίξουν οι «υπερεσίες» δίπλα σας, είμαι υπερβολικός;

[Έχει χρησιμοποιηθεί καί αυτή η μέθοδος κατά κόρον, ξέρετε, γιά παραγωγή μεικτής καταγωγής απογόνων, «μπάς καί». Έχω κάμποσα παραδείγματα, που γνωρίζω προσωπικώς.

Επίσης, σας βεβαιώνω ότι οι Ελληνίδες είναι αρκετά θερμές ως γυναίκες, καί είναι ικανές να σας πάνε στον επίγειο Παράδεισο – αν τους φέρεστε ωραία. Δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτε από ξένες «μπίμπο»· το αντίθετο, θα έλεγα.]

. . . . . . . . . . .

Υγ 2: Ο σκεπτόμενος αναγνώστης θ’ αναρωτηθεί πώς καί πότε (καί σαφώς με ποιόν τρόπο) κατέστη η Ελληνική αυτό το σκεπτικό «υπερόχημα», που είναι.

  • Δηλαδή: βλέπω / σκέπτομαι / μιλάω / σχηματίζω λέξεις,
  • καί αντίστροφα: έχω διαθέσιμες λέξεις πλήρεις νοήματος / διαβάζω καί μιλάω / σκέπτομαι / καθίσταμαι ικανός να βλέπω όλη την εικόνα νοητικώς.

Αν μή τί άλλο, αν υποτεθεί ότι κάποτε ήμασταν πιθήκια που φάγαμε φλασιά καί είδαμε «το φώς το αληθινόν», η διεργασία σχηματισμού της Ελληνικής προφανώς απαίτησε εκατομμύρια χρόνια …φυσιολογικώς. (Ό,τι κι αν μπορεί να σημαίνει αυτό το τελευταίο.) Στο κάτω-κάτω, έναν μηχανισμό σχεδόν ποτέ δεν τον πετυχαίνεις με την πρώτη να δουλεύει άψογα. Δες πχ τα προγράμματα (πολύ απλούστερα ενός ανθρωπίνου εγκεφάλου, έ; ), που έχουμε εγκατεστημένα στα κινητά μας τηλέφωνα: κάθε τρείς καί λίγο, κατεβάζουμε αναβαθμίσεις.

Άρα;… Ποιός;… Πότε;…

Ειλικρινά, δεν ξέρω. Αλλά, καί να γνώριζα, δεν θα μιλούσα δημοσίως.

Ωστόσο, κανείς δεν σας απαγορεύει να σκέπτεστε.

Ιράν – λίαν προσεχώς;

11 Σχόλια

Όσοι ασχολούμαστε μ’ αυτά τα θέματα, ήδη γνωρίζουμε (καί) ένα «corpus» προφητειών των γεροντάδων· καί, φυσικά, αναμένουμε να εκπληρωθούν (καί το πώς θα εκπληρωθούν – εν όλωι, εν μέρει, συμβολικώς, κτλ).

Μία απ’ αυτές, μιλάει γιά τον βομβαρδισμό του Ιράν, καί δή των πυρηνικών του εγκαταστάσεων, από το Ισραήλ. Στον σύνδεσμο μπορείτε να τη διαβάσετε, αλλά (αν δεν με απατά η μνήμη μου) η αυθεντική διατύπωση της προφητείας -που δεν τη βρήκα τώρα στο ψάξιμο- αναφέρει καί ημέρα Παρασκευή.

Οπότε, έχουμε ήδη δύο πραγματικά στοιχεία γιά τον χρόνο πραγματοποιήσεως της προφητείας: την Παρασκευή, ιερή μέρα των μωαμεθανών, καί τον καφέ ( = πρωϊνές ώρες).

. . . . . . . . . . .

Πολλοί θα πούν: «- Έλα μωρέ, καί οι δύο -Ισραήλ καί Ιράν- γαυγίζουν, αλλά δεν δαγκώνουν! Άμα ήταν να το κάνουν, θα το έκαναν! Κι οι Πέρσες, καλά, συνεχώς απειλούν (όπως με τον Σουλεϊμανί), αλλά δεν κάνουν τίποτε. Αλλά τους Ισραηλινούς τους ξέρεις να διστάζουν, ή να ντρέπονται να κάνουν ο,τιδήποτε;»

Δεν διαφωνώ. Επειδή, όμως, τώρα τελευταία:

  • καί το Ισραήλ φαίνεται πως βιάζεται να τηρήσει το χρονοδιάγραμμα κάποιας δικής του ατζέντας (δες πχ κάτι κόκκινες αγελάδες, καί λοιπά παρανοϊκά),
  • καί τα «γαυγίσματα» αμφοτέρων πύκνωσαν,

προσωπικώς εκτιμώ ότι το Ισραήλ θα επιτεθεί σύντομα…

…Κι επειδή σήμερα είναι Παρασκευή! 🙂

Στα σοβαρά, τώρα: αν ήταν γιά σήμερα, ήδη θα είχε βουΐξει όλο το Διαδίκτυο απ’ το πρωΐ. Άσε που θα βλέπαμε σ’ όλη την Ελλάδα παλαβωμένα ανθρωπάκια να σηκώνουν μέχρι καί τα τουμποφλό απ’ τα σουπερμάρκετς! 🙂 Άρα, δεν είναι σήμερα.

Οπότε, αναρωτιόμαστε: ποιά Παρασκευή;

. . . . . . . . . . .

Έ, λοπόν, μία καλή υποψήφια ημερομηνία είναι η αμέσως επόμενη Παρασκευή, 19 Απριλίου 2024.

Γιατί;

Διότι η 19η / 4ου είναι μία ημερομηνία δευτερεύουσας «πύλης» εντός του έτους. Βρίσκεται ακριβώς σε απόσταση 90 μοιρών από την πλέον ισχυρή «πύλη» της 20ης Ιουλίου, κι ακόμη επάνω της γεννήθηκαν δύο πασίγνωστα πρόσωπα «αυτών» : η ψοφήσασα Ελισσαύρετ καί ο μυστακοφόρος εβραιάκος.

[Με την επιφύλαξη, βέβαια, ότι σε τέτοια άτομα, ειδικά σε γεννήσεις του Μπάκινγχαμ, σπάνια -αν όχι ποτέ- δίδεται στη δημοσιότητα η ακριβής ημερομηνία γεννήσεως. Αλλά η δική μας ντετεκτιβίστικη λογική λέει ότι α-πο-κλεί-ε-ται να συνέβη διαφορετικά.]

Μπορεί, βέβαια, να μη συμβεί τίποτε. Αλλά, κάνουμε έρευνα καί ερευνητικές εκτιμήσεις, οπότε έχουμε το θάρρος της γνώμης μας καί ρισκάρουμε καί το -δημοσιευμένο- λάθος. (Αν θέλαμε 100% σιγουριά, θα παίζαμε χρηματιστήριο σε «μιλημένες» μετοχές! 🙂 )

Εν πάσει περιπτώσει, αφήνουμε εδώ την ημερομηνία αυτή να υπάρχει ως τεκμήριο.

. . . . . . . . . . .

Υγ: Ρέ συμπατριώτες, όταν θα τρέξετε πανικόβλητοι στα σουπερμάρκετς, μην ξεχάσετε ν’ αγοράσετε κωλόχαρτα! Lol!!!

Μυαλό δέν βάζετε, μωρέ…

Έκλειψη Ηλίου 2024-04-08

5 Σχόλια

Σύντομο σήμερα, μόνο γιά την ερευνητική ιδέα.

. . . . . . . . . . .

Τα πραγματικά στοιχεία της έκλειψης: χάρτης εδώ, λεπτομερέστερος χάρτης (και με ωράρια) εδώ.

Γιά να μην τρέχετε, βάζω κι εδώ τον πρώτο χάρτη. Η έκλειψη που μας ενδιαφέρει, είναι η σημειωμένη με ρόζ βούλες.

. . . . . . . . . . .

Δεν θα επαναλάβω όσα «συνομωσιολογικά» έχουν ήδη γραφεί. Αλλά θα πω μιά ιδέα, που δεν την ανέφερε κανείς:

  • Εάν οι εκλείψεις, ειδικά οι ηλιακές, ενεργοποιούν κάποια «εστιακά σημεία» του πλανήτη μας, καθώς περνάνε από πάνω τους.

Ίσως ναί, ίσως όχι. Η έρευνα που έκανα σε τούτην εδώ, πάντως, ουδέν απέδωσε. Βλέπετε, στις ΗΠΑ δεν υπάρχουν τέτοια σημεία (πυραμίδες, ναοί, κτλ παρόμοια)· κι όσα υπήρχαν, τα ισοπέδωσαν οι έποικοι – κι όχι πάντα από σύμπτωση, ή ωμό κυνήγι οικονομικού κέρδους επάνω στις γαίες των κτισμάτων αυτών.

. . . . . . . . . . .

[Ο εποικισμός των Ευρωπαίων στον «Νέο» Κόσμο, εκτός από γενοκτονίες και λεηλασίες, είχε κι έναν κρυφό σκοπό, στον οποίο κανείς δεν αναφέρεται: το σβήσιμο της συλλογικής μνήμης των ιθαγενών λαών.

Γιατί;

Διότι αυτοί οι λαοί -άν καί άθελά τους, βέβαια- κατέστρεφαν την προσπάθεια ελέγχου της γνώσης, που ανέκαθεν είχε ως σκοπό του το Κρόνιο ιερατείο της Ευρώπης. Χίλιες μυστικές βιβλιοθήκες του Βατικανού, χίλιες καμμένες βιβλιοθήκες της Αλεξάνδρειας, χίλιες συλημένες Κωνσταντινουπόλεις δεν ωφελούσαν καθόλου, αν η γνώση του παρελθόντος έμπαινε «απ’ το παράθυρο».

Κι αν αυτή η γνώση έκανε «τζίζ»… καταλαβαίνετε. Αλήθεια, γιατί ο Κολόμβος στην πρώτη αποστολή του είχε μαζί του κι έναν πολύγλωσσο ιουδαίο λόγιο, που μιλούσε μέχρι καί αρχαία Ελληνικά; Τί να τα κάνει τα αρχαία Ελληνικά με τους ιθαγενείς της Κούβας; Πάει το μυαλό σας πουθενά;…

Γιά τον ίδιο ακριβώς λόγο, προσπάθησαν να υποδουλώσουν τους Ινδούς, να κατακλέψουν τους Αιγύπτιους, να μαστουρώσουν ομαδικώς τους Κινέζους, καί να βάλουν τους Γιαπωνέζους να σφαχτούν μεταξύ τους (όχι πως ήθελε καί πολλή προσπάθεια, αυτό…), αλλ’ απέτυχαν – κι ευτυχώς.

Έτσι, εκτός απ’ τις γενοκτονίες (με τις οποίες χάθηκαν οι λαλούμενες γλώσσες), εκτός απ’ τις καταστροφές ιερών καί λοιπών κτιρίων, έλαβε χώραν καταστροφή των βιβλίων των ιθαγενών, συν άγριο πλιάτσικο. Κι όσα βιβλία σώθηκαν, μπαουλιάστηκαν σε υπόγεια (κι όχι μονάχα στο των φλάρων). Οπότε, ποιά «συλλογική εθνική μνήμη»; Τη διέλυσαν οι «πολιτισμένοι» – που δεν ήξεραν τί θα πεί αποχετευτικό σύστημα, καί χέζανε από ψηλά μέσα στις τάφρους των κάστρων τους.]

. . . . . . . . . . .

Σήμερα, ότι «ιερό» των ιθαγενών υπήρχε στη Βόρεια Αμερική, είναι είτε σακατεμένο από καταστροφή, είτε τελείως εξαφανισμένο, είτε «απενεργοποιημένο». Κι έτσι, δεν είχε σημασία από πού περνάει η έκλειψη.

Ωστόσο, τη μικρή μου έρευνα την έκανα. Ας τη δούμε.

  • Η έκλειψη εισήλθε στην ξηρά της Β. Αμερικής από το Μασατλάν του Μεξικού, στον Ειρηνικό.

Παρ’ ότι η ονομασία περιέχει μέσα της αυτό το γοητευτικό «-ατλάν», ωστόσο εισπράξαμε απογοήτευση! Η πόλη αυτή δεν έχει καμμία αρχαία ιστορία, αλλά φτιάχτηκε μετά την κατάκτηση του Μεξικού, από μεικτό πληθυσμό ντόπιων και Ισπανών.

Πάμε παρακάτω.

  • Διέσχισε τις ΗΠΑ.

Τίποτε το ενδιαφέρον εδώ.

[…Ναί, οκ, διέσχισε οκτώ πόλεις που ονομάζονται Νινευή -αν κι αυτό αμφισβητείται-, η προηγούμενη το 2017 διέσχισε άλλες επτά πόλεις με το όνομα Σέηλεμ -ναί, εκεί που στη μία από δαύτες κάψανε τις γυναίκες, ως μάγισσες-, κτλ κτλ, αλλά είπαμε δεν θ’ ασχοληθούμε. Τα έγραψαν άλλοι αυτά.]

  • Βγήκε στον Ατλαντικό, από την ανατολική άκρη του Καναδά.

Ώπα! Εδώ πάει το μυαλό μας σε κάτι πολύ ενδιαφέρον…

…αλλά, δυστυχώς, η διαισθητική μας εκτίμηση έπεσε τελείως έξω: η βύθιση του Τιτανικού έγινε πάνω από 900 χμ νοτιώτερα.

(Με χοντρή μαύρη γραμμή σημειώνεται περίπου η πορεία της σκιάς της Σελήνης.)

  • Τέλος, η σκιά της έκλειψης τερμάτισε κάπου στο βόρειο άκρο της πάλαι ποτέ Ατλαντίδας.

Περίπου εδώ:

Ούτε κι εδώ κάτι το ενδιαφέρον, διότι μέχρι στιγμής η έρευνά μου έχει δείξει πως όλα τα ενδιαφέροντα ελάμβαναν χώραν στο νότιο τμήμα του νησιού.

. . . . . . . . . . .

Δεν πετύχαμε τίποτε, αν καί δεν μας πειράζει – διότι, η σκέτη διαίσθηση αρκετές φορές πέφτει έξω. Ωραίες είναι οι ιδέες, αλλά πρέπει πάντα να επιβεβαιώνουμε με πραγματικά στοιχεία.

Ωστόσο, κρατάμε την βασική ιδέα: σκιά εκλείψεως πάνω από «εστιακά σημεία», ίσως επιφέρει κάποια αποτελέσματα – ιδίως στο αιθερικό. (Καί τα επιφέρει όχι αμέσως, διότι οι εκλείψεις θεωρούνται απλώς «πυροκροτητές» – με τα γεγονότα να «εκρήγνυνται» αργότερα. Αλλά αυτό είναι άλλη ιστορία.)

Έ, λοιπόν, ίσως έχουμε την ευκαιρία να δούμε κάτι τέτοιο, με την ηλιακή έκλειψη της 21ης Απριλίου 2088! Της οποίας: χάρτης 1, χάρτης 2.

Γιά να είμαι ακριβής, θα τη δούν όσα άτομα μας διαβάζουν τώρα, καί είναι μέχρι -πές- 40 ετών, διότι σε 64 χρόνια εμείς οι μεγαλύτεροι μάλλον δεν θα ζούμε. Θα ζούμε μέν, αν μετενσαρκωθούμε, αλλά ουδόλως γνωρίζω αν θα ξανασυναντηθούμε· καί το κυριώτερο: αν θα έχουμε τις αναμνήσεις, συν μεγάλο μέρος της προσωπικότητας που έχουμε σ’ αυτήν εδώ τη ζωή, ώστε να μας ενδιαφέρουν τα ίδια πράγματα. (Στοιχηματίζω πως όχι, αν καί ποτέ δεν ξέρει κανείς!)

Τέλος πάντων, εκείνη η έκλειψη θα περάσει καταποπάνω από το Νεοχώρι Πηλίου. Αναρωτιέστε το γιατί πρέπει να μας ενδιαφέρει, έ; Κάτι είχαμε πεί εδώ

. . . . . . . . . . .

Τελειώνοντας, θα σας παρότρυνα να «παίξετε» μ’ αυτή την ιδέα, διότι ίσως σας δείξει καί πότε θα συμβούν κάποια γεγονότα… εάν «αυτοί» προγραμματίζουν γεγονότα με βάση καί τις εκλείψεις. Το σχετικό site της μανδάμ NASA είναι εδώ, οπότε έχετε καί τους χάρτες έτοιμους. Εσείς, τώρα, απλά θα θέσετε τα ερωτήματα: πότε περνάει (κι αν περνάει) μία έκλειψη από το τάδε σημείο (πχ τις πυραμίδες της Γκίζας), κι αμέσως μιά ματιά στους χάρτες, καί το βλέπετε (ή όχι).