(προηγούμενο)

 

υφών, το ένα απ’ τα δίδυμα παιδιά του μιάσματος, που καλείται προδοσία. Το άλλο είν’ ο θάνατος.

 

 

vii. Μερικά χρόνια μετά – Τυφών

“- Θέ μου, καλύτερα σκότωσέ με, παρά αυτό!”

Καλύτερα να πέθαινε σε πραγματικό τυφώνα, σκεφτόταν ο ψαράς, όσο βάδιζε μέσα στο πλήθος. Ασήμαντος ανάμεσα σε ασήμαντους (βλέπεις, οι σπουδαίοι βρισκόντουσαν αλλού – καί ρυθμίζαν τις ζωές των ασημάντων), ψυχικά παγωμένος ανάμεσα σε παγωμένους στην ψυχή, πληγωμένος ανάμεσα σε πληγωμένους· έτσι, τουλάχιστον, ήθελε να πιστεύει πως είναι κι οι άλλοι, που συμπερπατούσαν.

Η δημόσια εκτέλεση του Χαάλ θα ελάμβανε χώραν στην κεντρική πλατεία της Ποσείδιας, καί το πλήθος είχε διαταγή από τους άρχοντες (ορατούς κι αόρατους) να παραστεί. Οι εντολές ήσαν σαφέστατες: όποιος πήγαινε να την κοπανήσει, ή να κλειστεί σπίτι του κάνοντας τον άρρωστο, θα έκανε παρέα του αρχηγού της Αντίστασης. Μόνον οι πολύ μακρινοί κάτοικοι της χώρας εξαιρούνταν, όμως ο ψαράς έτυχε να βρίσκεται στην πρωτεύουσα εκείνες τις μέρες… κι έμαθε προς τα πού έπρεπε να πορευτεί, δεχόμενος μερικές καθόλου φιλικές ξυλιές στην πλάτη από τους φρουρούς, που είχαν πλημμυρίσει όλους τους δρόμους καί σαλαγούσαν τον παραδομένο στη μοίρα του λαουτζίκο.

“- Νά που επιτέλους θα τον γνωρίσω!…”, σκέφτηκε μ’ ένα πικρό χαμόγελο.

 

Ο Χαάλ είχε προδοθεί από άτομο πολύ κοντά σ’ αυτόν· έναν γιατρό. Πολύ καλόν στη δουλειά του μέν, που όμως έψαχνε την απόλυτη νοητική πρωτοκαθεδρία ανάμεσα στους επιστήμονες… αλλά ήξερε, είχε συνειδητοποιήσει πως δεν είχε τα προσόντα γιά κάτι τέτοιο. Πάντα θά ‘μενε στη δεύτερη σειρά. Κι η δεύτερη σειρά ειδικά πίσω απ’ τον Χαάλ, ενοχλούσε πολύ. Τον πονούσε πολύ – καί δεν είχε γιατρειά αυτός της ψυχής ο πόνος. Δεν μίλαγε ο γιατρός, το κατάπινε, μέχρις ότου…

Έναν τέτοιον συμπλεγματικό εγωϊσμό ήταν πολύ εύκολο να τον εντοπίσουν καί να τον εκμεταλλευτούν οι πονηροί. Μόνο που το αντίτιμο της βδελυρής προδοσίας δεν ήταν το χρήμα. Ολάκαιρος Ήλιος, δεν προδίδεται γιά σκουπίδια! Προδόθηκε γιά κάτι, πολύ παραπάνω απ’ το χρήμα.

Προδόθηκε, επειδή του προδότη του υποσχέθηκαν το μυστικό της αθανασίας!

Αυτά δεν τά ‘ξερε ο πολύς κόσμος, όμως ο ψαράς ήταν άριστα πληροφορημένος από τον παιδικό του φίλο, που του είχε παραδώσει τα ψάρια εκείνο το απόγευμα. Στη σκέψη, ξεστόμισε μιά βρισιά. “- Προδότης καί να ζή αιώνια!… Έ, δεν γίνεται αυτό! Δεν πρέπει να γίνει!”, μονολόγησε, καί κούνησε το κεφάλι του θυμωμένος.

Ωστόσο, επειδή ουδέν κακόν αμιγές καλού, το συνωμοτικό σύστημα του Χαάλ λειτούργησε άψογα. Οι λίγοι άμεσα εμπλεκόμενοι (που τους κατονόμασε ο προδότης) την κοπάνησαν εγκαίρως, αλλά από την υπόλοιπη οργάνωση δεν ενοχλήθηκε κανείς στο παραμικρό… γιά τον απλούστατο λόγο, ότι ακόμη κι ο αρχηγός της Αντίστασης δεν τους γνώριζε. Έτσι, ο ψαράς δεν διέτρεχε κανέναν κίνδυνο τώρα, που βρέθηκε να τριγυρνάει μέσα στο στόμα της κόμπρας.

 

Στην πλατεία είχε στηθεί μιά υπερυψωμένη εξέδρα… όμως με απάνω της μιά περίεργη χοντρή κατασκευή, σαν ξύλινο κεφαλαίο Π. Ξύλινο; έτσι έδειχνε από μακριά. Τί στην ευχή;! Θα τον κρεμούσαν; Όμως, σχοινί κρεμάλας δεν φαινόταν.

Ο ψαράς -ωθών κι ωθούμενος- πήρε μιά θέση μέσα στο πλήθος, καμιά τριανταριά μέτρα μακριά απ’ την εξέδρα.

Η προσεκτική παρατήρηση έδειξε ότι κάθε σκέλος του Π είχε πάχος περίπου όσο το πλάτος ανθρώπου, ίσως λίγο παραπάνω. Το χρώμα όντως θύμιζε ξύλο περασμένο με σκούρο βερνίκι, αλλά ακόμη κι η άριστη όραση του ψαρά δεν μπορούσε να ξεδιαλύνει αν επρόκειτο πράγματι γιά ξύλινη κατασκευή. Απλώς, το χρώμα ήταν αυτό που ήταν.

Γύρω-τριγύρω είχε κόσμο, καί -δεξιά όπως έβλεπε- κάγκελα· καί μιά στρατιά φρουρών… αυτών των οπλισμένων μπάσταρδων με τα μαύρα, που τον είχαν φιλοδωρήσει σφαλιάρες πιό πρίν. Όχι πως δεν είχε παντού φρουρούς, αλλά μπροστά καί πίσω απ’ τα κάγκελα είχαν μαζευτεί πολλοί από δαύτους. Προφανώς φύλαγαν μιά στεγασμένη κερκίδα που είχε στηθεί γιά την περίσταση, στο ψηλότερο σημείο της οποίας είχε τοποθετηθεί ένας θρόνος, διακοσμημένος με κομμάτια χρυσού.

Στην κερκίδα είδε συνωστισμένες πολλές παλιόφατσες. Μά, ναί!… η -κακήι τήι τύχηι- κυβέρνηση της χώρας! Ο θρόνος, όμως, παρέμενε άδειος.

Καί γιγαντοθόνες είχε τριγύρω. Πολλές. Παντού. Καί μεγάφωνα.

 

viii. Θάνατος

Όταν πιά ο κόσμος παστώθηκε καί δεν έπεφτε χάμω ούτε μήλο, όταν κανείς δεν μπορούσε να μετακινηθεί έστω καί μισό βήμα, επάνω στην εξέδρα παρατηρήθηκε πηγαινέλα φρουρών. Το πλήθος σιώπησε· η βαρειά αναμονή σκότωνε – αλλά την άντεχαν, κάνοντας σιωπή.

Κάποιοι φρουροί ανέβασαν με τη βία απάνω στην εξέδρα ένα καταματωμένο ανθρώπινο ερείπειο με σχισμένα ρούχα. Ένας άντρας κάπου στα εξήντα του… μά, κι αν ήταν μικρότερος, δεν του φαινόταν. Δεν θα του φαινόταν πιά. Τα μαλλιά του καί τα γένεια του ήταν κάτασπρα, όπως κι οι κόρες των ματιών του. Ο άντρας ισορρόπησε κάπως στην όρθια στάση, ακριβώς στο κέντρο του Π καί κάτω απ’ αυτό, μήν επιτρέποντας να φανεί η προσπάθεια που κατέβαλε. Ατάραχος καί γαλήνιος, παρά την κατάστασή του. Δεν μίλησε, δεν είπε τίποτε, δεν έβγαλε άχνα.

Στήλωσε το βλέμμα του στο άπειρο, μα ήταν φανερό πως δέν έβλεπε. Ήταν τυφλός! Είχε τυφλωθεί απ’ τα βασανιστήρια. Δεν έβλεπε ούτε το φώς του λαμπρού Ήλιου στον ουρανό. Μπορεί μονάχα να αισθανόταν τη θερμότητα.

Όλος ο κόσμος τον κοίταζε μ’ έντονη προσδοκία, περιμένοντας άγνωστο τί. Περιμένοντας απ’ αυτόν, ή απ’ τους φρουρούς; Κανείς δεν ήξερε, όλων οι σκέψεις είχαν νεκρωθεί. Επρόκειτο, ίσως, γιά την μοναδική θεατρική σκηνή, όπου ο πρωταγωνιστής δεν προβλεπόταν καθόλου να πεί, ή να κάνει κάτι.

Ώσπου ακούστηκε μιά σιχαμένη ειρωνική φωνή απ’ τα μεγάφωνα.

“- Κοιτάξτε τον καλά!”

Επειδή όλα τα μεγάφωνα ακούστηκαν ταυτόχρονα, χρειάστηκε λίγο ψάξιμο να εντοπιστεί ο ομιλών. Τελικά, τον είδαν καθισμένον στον θρόνο, τέρμα ψηλά στην κερκίδα. Όπου, προφανώς, είχε πάει ενόσω όλοι πρόσεχαν τον Χαάλ πάνω στη θανατική εξέδρα. Ήταν ένας άντρας ντυμένος με ολόσωμο χρυσό χιτώνα, που το πρόσωπό του το κάλυπτε μιά μάσκα σε σχήμα ανοιχτής βεντάλιας ή οστράκου, με δυό τρύπες γιά τα μάτια.

Ο κόσμος άρχισε να ουρλιάζει καί να βρίζει, ενώ εκτοξεύτηκαν αρκετές φτυσιές. Μόνο που το συγκεντρωμένο πλήθος δεν πρόσφερε καμμία κάλυψη, διότι οι φρουροί παρατηρούσαν προσεκτικά τους πάντες καί τα πάντα. Όρμησαν καί τσάκισαν στο ξύλο όσους διέκριναν να βρίζουν.

Καί τότε, σκοτείνιασαν όλα.

 

Η ολική έκλειψη Ηλίου πάνω απ’ τα κεφάλια τους ήταν κάτι, που δεν το είχαν λάβει υπόψη τους οι περισσότεροι. Ναί, την πρόβλεπαν τα ημερολόγια, αλλά το θέμα ξεχάστηκε εντελώς μπροστά στην προγραμματισμένη εκτέλεση ενός θρύλου.

Γιά εφτά λεπτά της ώρας, όλος ο κόσμος ξανασταμάτησε να κινείται καί να μιλάει, ακόμη κι οι φρουροί. Περίμεναν όλοι να διαβεί η Σελήνη, ώστε να επανέλθει η αστρονομική κανονικότητα – που κάθε άνθρωπος αισθάνεται οικεία μαζί της. Ακόμη κι η χρυσή μάσκα δεν μίλησε καί δεν κινήθηκε γρύ, αν κι ο ψαράς ήταν σίγουρος πως αυτός ο κουκουλωμένος παλιάνθρωπος όλη αυτή την ώρα χαμογελούσε ειρωνικά με τ’ ανθρωπάκια της πλατείας.

Την έκλειψη την είχαν ξεχάσει σχεδόν όλοι, εκτός από ελάχιστους, που τη θυμήθηκαν – καί τη συμπεριέλαβαν στη σκηνοθεσία με πολύ συγκεκριμένο σκοπό. Μά, ναί! Ο συμβολισμός ήταν σαφέστατος, άμα τον σκεφτόσουν λιγάκι! Ποιός κάνει κουμάντο; αυτός που γεννήθηκε κάτω από έκλειψη Ηλίου! Που, άμα λάχει, έχει τη δύναμη να βάλει το σκοτάδι να καταπιεί το Φώς… του Ήλιου-Χαάλ.

 

Όταν ξαναφώτισε ο Ήλιος βασιλιάς, η χρυσή μάσκα έστριψε ελαφρά προς το πλήθος. Χωρίς εντολή, χωρίς φανερή κίνηση από κανέναν, από το πάτωμα της εξέδρας υψώθηκε γρήγορα ένας γυάλινος κύλινδρος, που περιέκλεισε μέσα του τον Χαάλ. Κάπως, όπως βιτρινιάζουν τα εργαστήρια τις σπάνιες πεταλούδες. Ο κύλινδρος έφτασε μέχρι το ταβάνι της κατασκευής καί σταμάτησε.

Η πρώτη σκέψη του ψαρά -αλλά καί πολλών άλλων- ήταν πως θα τον αφήσουν ν’ αργοπεθάνει από ασφυξία… μόνο που δεν υπολόγισαν σωστά πόση κακία καί πόσο σαδισμό μπορεί να κρύβει ένας άτριχος ορθίως βαδίζων πίθηκος. Ξαφνικά, από την οροφή της κατασκευής χύθηκε μέσα στον σωλήνα ένας καταρράκτης βασιλικού νερού. Το τρομερό οξύ κατέφαγε καί διέλυσε το σώμα του Χαάλ σε δευτερόλεπτα.

Καί νά ‘ταν μόνον αυτό… Δεύτερο άγριο σόκ ακολούθησε στα μούτρα του κόσμου. Όταν πιά στον κύλινδρο υπήρχε μονάχα ένα θολό υγρό, ο κύλινδρος απότομα ξανακατέβηκε καί το οξύ χύθηκε έξω, κατατρώγοντας τα πλακάκια εκεί κοντά καί πλησιάζοντας επικίνδυνα τα παπούτσια των θεατών της μπροστά σειράς. Όλοι έκαναν να οπισθοχωρήσουν, αλλά οι φρουροί ανέλαβαν δράση. Μ’ αγριοφωνάρες καί σπρωξιές τους κράτησαν στη θέση τους.

“- Πάρτε μαζί σας τον αρχηγό σας!”, ακούστηκε απ’ τα μεγάφωνα η σιχαμένη ειρωνική φωνή της χρυσής μάσκας.

Κάποιοι θερμόαιμοι είπαν να τα παίξουν όλα γιά όλα στα ζάρια καί ν’ ανεβούν στην κερκίδα, αλλά κάποιοι άλλοι τους συγκράτησαν. “- Τζάμπα κόπος, παιδιά! Είναι ολόγραμμα!”, ακούστηκε από κάμποσα στόματα.

“- Στο εξής,”, συνέχισε η κολασμένη φωνή, “όποιος νομίσει ότι μπορεί να τα βάλει με την κυβέρνηση, αυτήν ακριβώς την τύχη θα έχει!”

 

Η χρυσή φιγούρα στο ολόγραμμα περίμενε μερικά δευτερόλεπτα ακίνητη, καί μετά έσβησε σε κλάσμα δευτερολέπτου. Το πλήθος δεν είπε τίποτε, αλλά -σαν υπακούοντας σε μυστικό κέλευσμα της κρυμμένης φιγούρας με την τρομερή προσωπικότητα- άρχισε να διαλύεται υπό το παγερό βλέμμα των φρουρών. Μόνον ο ψαράς έμεινε ακίνητος, σαν υπνωτισμένος απ’ όσα βίωσε.

“- Χαάλ!”, ψιθύρισε, ενώι έκανε τρομερή προσπάθεια να συγκρατήσει τα δάκρυά του. “Χαάλ!”, ξανάπε πιό σιγανά, δακρυσμένος πιά – καί χωρίς να κάνει προσπάθεια να το κρύβει. “Χαάλ,”, ξαναμουρμούρισε, “σου ορκίζομαι ότι…”, αλλά δεν ήξερε πιά τί να προσθέσει. Τέτοιες ώρες, τέτοια λόγια!

Ένας άγνωστος διπλανός του, χωρίς να του πεί τίποτε, του έριξε ένα βλέμμα ενοχλημένης περιέργειας, όχι ξέχωρης από κάποια αυστηρότητα. Όμως, όποιος κι αν ήταν αυτός ο διπλανός, ό,τι κι αν ήταν αυτός…

…Είτε συμμαχητής της Αντίστασης, είτε ασφαλίτης, είτε απ’ αυτά τα σιχαμερά σκουλήκια, που σε κάθε εποχή αυτοαποκαλούνται “φιλήσυχοι πολίτες”,…

…ο διπλανός του είχε ένα δίκιο: ξημέρωναν μέρες άσχημες, όπου δεν μπορούσες πιά να εμπιστευτείς κανέναν. Ούτε κάν τον εαυτό σου.

Ούτε τον εαυτό σου.

 

ΤΕΛΟΣ

 

 

Παραλειπόμενα

Αυτή η αφηγηματική συνέχεια έρχεται αμέσως πρίν την ιστορία του βιολόγου της Γαλάζιας Αδελφότητας. (Ο οποίος είναι η επόμενη ενσάρκωση του ψαρά, που ζητούσε εκδίκηση.)

 

Καί οι τρείς της αντιαγίας κακοτριάδας των δικτατόρων της Ατλαντίδας (Προμηθέας, Οντουάρπα, Μελχισεδέκ) όντως γεννήθηκαν κάτω από την ίδια έκλειψη Ηλίου, με διαφορά δευτερολέπτων. Αστρολογικώς, αυτό συνεπάγεται στο ωροσκόπιό τους πλήρη σύμπτωση καί ταύτιση Ήλιου καί Σελήνης, δηλαδή συνειδητού καί ασυνείδητου. Όθεν, η δύναμη να κάνουν τους άλλους σκυλάκια τους καί δουλάκια τους, συν η τρομερή τους εξυπνάδα.

Επίσης, (είναι φανερό κι απ’ το κείμενο πως) σκηνοθέτησαν τον θάνατό τους, γιά να δράσουν μετέπειτα καλυμμένοι από την αφάνεια.

 

Τα νεκρά τέρατα στην ύπαιθρο… Δεν είναι καθόλου μύθος. Έχουμε πολλά καί στη σημερινή ειδησεογραφία. Διότι οι “κύριοι” επιστήμονές μας (ειδικά οι ζωϊκοί βιολόγοι) ακολουθούν κατά πόδας τους πνευματικούς προγόνους τους της Ατλαντίδας. (Άσε που μπορεί να έχουν κι απόκρυφη βιβλιογραφία, που τους εξιστορεί τα τότε καμώματα. Ο γράφων, αντιθέτως, ουδόλως συμμετέχει σε τέτοιες σκατοκλίκες. Όσα γνωρίζει, τα γνωρίζει επειδή αναμιμνήσκεται.)

 

Χαάλ σημαίνει Ήλιος. Χαέλιος, Χέλιος, Ήλιος. Είναι η τότε μορφή της λέξης, διότι τότε η Ελληνική ήταν γλώσσα χωρίς καταλήξεις. Αν αναρωτιέστε αν μιλούσαν (μιάς μορφής) Ελληνικά στην Ατλαντίδα, η απάντηση είναι ένα σαφέστατο “- Ναί!”. Καί δή, την ίδια μορφή Ελληνικής μιλούσαμε κι εδώ. Αλλοιώς, ο Δευκαλίων (που τον στείλανε οι δικοί του σε μας, γιά ν’ αποφευχθεί το κοινωνικό σκάνδαλο, μιά που παντρεύτηκε αδερφοξαδέρφη του) θα χρειαζόταν διερμηνέα.

Γενικά, οι Άτλαντες ήταν κι αυτοί μέρος της Ελληνικής φυλής, κι ο μεταξύ μας πόλεμος ένας ακόμη εμφύλιος. Μήν απορείτε καθόλου!

Τώρα, όσον αφορά τα πώς καί τα γιατί της Ελληνικής γλώσσας, ή το ποιός ξεκίνησε τέτοιον εμφύλιο καί γιατί… σαφώς έχω κάνει έρευνα, σαφώς δεν μιλάω στον βρόντο (αλλά βάσει στέρεων πορισμάτων), όμως στα σίγουρα ξέρω πως η δική μου έρευνα επί του θέματος θα συνεχίζεται γιά πολύν καιρό ακόμη. (Των υπολοίπων -των διαφόρων καθηγητάδων των διαφόρων Οξφορδών, εννοώ-, δεν έχει κάν ξεκινήσει! Κι αν ακόμη έχει ξεκινήσει, παραμένει μυστικοπαθής καί μυστική.)

 

Ο Χαάλ, ως φυτικός βιολόγος, μας άφησε -ακόμη κι εμάς, σήμερα- αρκετά “δώρα”. Αμφιβάλλετε; κακώς! Διότι η λεγόμενη “Μεσογειακή διατροφή” δεν είναι καθόλου Μεσογειακή! Η ντομάτα (της οποίας τα φύλλα είναι δηλητηριώδη) κατάγεται από το Μεξικό. Νομίζω καί η πιπεριά. (Όχι της Ινδίας με το μαύρο πιπέρι.) Επίσης το καλαμπόκι, ένα φυτό που παράγει κόλλες, αλλά ταυτόχρονα καί προϊόντα αποκολλήσεως, το βρήκαν δέ εύκολο παιχνίδι (να επεμβαίνουν στο γονιδίωμά του) οι διάφορες εταιρείες τύπου Μονσάντο. Τέλος -κι ενδεικτικά- το ηλιοτρόπιο, από τη Βόρεια Αμερική. 

Επιμένετε ακόμη στο “Μεσογειακή”; Εγώ, καθόλου. Όλ’ αυτά τα φυτά προέρχονται αναμφιβόλως από ένα συγκεκριμένο κέντρο… καί, κατά τη γνωμάρα μου, μήν ψάχνετε: είναι προϊόντα των ερευνών του Χαάλ.

 

Η στεγανή δόμηση της ιεραρχίας της Αντίστασης από τον Χαάλ έχει αντιγραφεί από αρκετούς. (Ενδεχομένως αυτοί να είχαν κρυφή βιβλιογραφία, καί βρήκαν έτοιμες τις συνταγές.) Από τις Τριάδες των Κινέζων, επιτυχώς. Από το δικό μας το ΚΚΕ επί χούντας, ανεπιτυχώς. (Διότι τα υψηλά στελέχη του πάντα είχαν στη διάθεσή τους τους καταλόγους με όλα τα μέλη, πράγμα που ο Χαάλ δεν έκανε.) Καί ενδεχομένως από τη μασωνία κομμουνιστών καί αναρχικών, το ΟΤΟ. Όπου, γνωστά στους παραέξω είναι μονάχα μερικά υψηλόβαθμα μέλη (αρχηγός, γραμματέας, υπεύθυνος δημοσίων σχέσεων, κτλ), καί κανείς μα κανείς δεν γνωρίζει τους παρακάτω στην ιεραρχία. (Θεωρητικώς, τουλάχιστον.)

 

Υποβρύχια, ενδεχομένως υπερηχητικά, ναί, υπήρχαν τότε. Όπως καί τηλεοράσεις, καί μεγάφωνα, καί διάφορα άλλα που έχουμε κι εμείς. Σήμερα επιστημονικώς είμαστε καμιά πενηνταριά χρόνια πίσω απ’ την Ατλαντίδα στην ακμή της, καί την πλησιάζουμε τρέχοντας… αλλά καλύτερα να μήν την φτάσουμε ποτέ!

 

Ερημονήσια με μυστικές εγκαταστάσεις; Έ, μά ναί!!! Δεν πρωτοτυπώ καθόλου. Τά ξέρουν κι άλλοι αυτά, μεταξύ των οποίων καί το Φράγκικο Ιερατείο (βλέπε: “Η μυστηριώδης νήσος”), γιά τη γούνα του οποίου έχω αρκετά ράμματα. (Άλλη φορά αυτά.)

Σ’ αυτά τα ερημονήσια κατέφυγε ο Προμηθέας μετά τον καταποντισμό της Ατλαντίδας, ώσπου να ησυχάσουν τα πράγματα. Σ’ ένα από δαύτα (έρημο σήμερα, κατοικία γιά θαλασσοπούλια καί προστατευόμενο από τη συνθήκη Ράμσαρ με απαγόρευση εγκαταστάσεως ανθρώπων – μόνο που δεν θυμάμαι όνομα αυτή τη στιγμή) έζησε μετά από χιλιετίες η Καλυψώ· η οποία έγινε αθάνατη, όταν ανακάλυψε το εργαστήριο με τις συνταγές του Προμηθέα.

Αν αναρωτιέστε ακόμη γιατί λύσσαξαν οι άγγλοι γιά τα Φώκλαντς… Μή σπαταλάτε φαιά ουσία. Σας την έδωσα την εξήγηση. (‘Ντάξ’, δεν είμαι τελείως φευγάτος. Υπάρχει καί η εξήγηση πρώτου επιπέδου, η οικονομίστικη παύλα εξουσιαστική. Εδώ. Αλλά ο κρυφός διακαής πόθος των σημερινών κρατούντων είναι καί παραμένουν τα παν-αρχαία υπερμυστικά… Διότι λεφτά τυπώνουν όσα θέλουν – με το φωτοτυπικό.)

 

Οι πρωταγωνιστές αυτής της φρικτής ιστορίας ξαναζούν. Σήμερα. Στην Ελλάδα. Μαζί μας. Εξακριβωμένο.

Ο Προμηθέας είναι μετανοιωμένος, αλλά παλεύει με τους δαίμονές του. (Δεν τον αφήνουν εύκολα στην ησυχία του οι αναμνήσεις του.) Ωστόσο, δεν ασχολείται με τα τότε καμώματά του. Έχει πάρει συνειδητά άλλον δρόμο.

Ο Μελχισεδέκ ζή …από τότε. Είναι ο μόνος της κακοτριάδας που τη σκαπούλαρε, διότι ο Οντουάρπα -κατά τον Ελληνο-Ατλαντικό πόλεμο- έφαγε ένα αιθερικό όπλο στο κεφάλι καί σχόλασε, ο δε Προμηθέας προτίμησε τον θάνατο την εποχή του Ηρακλή, διότι δεν άντεχε άλλο τις ψυχοπνευματικές απαιτήσεις της αθανασίας.

Ο Μελχισεδέκ, αν έχει επισκεφθεί σήμερα την Ελλάδα, το έχει κάνει μυστικά. (Έχει αρκετή πολιτική επιρροή κι αρκετά χρήματα να επιβάλει σιωπή καί να περνάει ινκόγκνιτο.) Όμως, παραμένει μεγάλο καθήκι, το μέγιστο των τριών, κι άλλο τόσο εκδικητικός (το χουνέρι του 9,600 πΧ δεν το χώνεψε ποτέ), άρα άλλο τόσο επικίνδυνος.

Ο Μελχισεδέκ είναι το πρόσωπο πίσω από τη χρυσή μάσκα.

Ο Χαάλ… έμαθα πολύ πρόσφατα (καί με τρόπο σχεδόν μυθιστορηματικό) ότι βρίσκεται κι αυτός μαζί μας. (Εξ ού καί ο φόρος τιμής, το σημερινό αρθράκι που δεν ήταν τόσο επείγον – καί φυσιολογικά θα γραφόταν σε κάποια άλλη στιγμή.) Προσεύχομαι στον Θεό να μήν πειραχτεί ούτε τρίχα του αυτή τη φορά.

Καί… Πού ξέρεις… Αν χρειαστεί πάλι Αντίσταση;…

Μόνο που αυτή τη φορά δεν θα συμβούν λάθη.

 

Ο προδότης γιατρός βρίσκεται κι αυτός μαζί μας πάλι. Θέλω να υποψιάζομαι πως μέσα του σκυλομετάνοιωσε – καί παλεύει κι αυτός γιά το καλύτερο. Αλλά δεν είμαι καθόλου σίγουρος. Τα «δείγματα γραφής» του δεν συνηγορούν.

Όσο γιά τον ψαρά, αυτός έγινε …μπλόγκερ, αν καί συνεχίζει να είναι άλλο τόσο απερίσκεπτος καί στόκος! Lol!!! (Όσοι περάσαμε καμιά πενηνταριά ενσαρκώσεις καί δεν βάλαμε μυαλό, να μαζευόμαστε σ’γά-σ’γά, να φτιάξουμε σύλλογο!) Απλώς γιά την Ιστορία, δεν ξανασχολήθηκα με το ψάρεμα, αδελφοί μου! Το αφήνω σε άλλους· καί το μαγείρεμα των ψαριών καί των θαλασσινών …σ’ άλλες! Ξανα-lol!!! Τώρα, απλώς χλαπακιάζω τα έτοιμα ψάρια (καί θαλασσινά), τήι συνοδείαι οινοπνευματωδών.

Αφού δεν φαίνεται να έκανα πρόοδο στο πνεύμα, έκανα στο οινόπνευμα! 🙂

 

Τέλος, αν οι καταστάσεις στο αφήγημα (δικτατορία με κρυφούς αρχηγούς, φρουρούς που βαράνε στο ψαχνό, κτλ) σας θυμίζουν εντόνως τίποτε σημερινές αντίστοιχες… Έ… Μήν κοιτάτε εμένα! Δεν φταίω καθόλου!

Όμως, ναί. Επίτηδες προσπάθησα να σας κάνω να νοιώσετε την ομοιότητα!