Αρχική

ΕΧΟΥΜΕ ΞΕΧΑΣΕΙ……

Σχολιάστε

‘‘ Έχουμε ξεχάσει ’’

και Τι δεν έχουμε ξεχάσει !!!

Παλαιός

Σκοτωνόμαστε να διατυμπανίζουμε ότι είμαστε Έλληνες,

(καλά εντάξει όχι όλοι πολλοί ντρέπονται),

ΌΜΩΣ έχουμε Ξεχάσει τι Σημαίνει να Είσαι Έλληνας.

Έχουμε ξεχάσει ποιά είναι τα ΙΔΑΝΙΚΑ των Ελλήνων.

Έχουμε ξεχάσει ποιές είναι οι ΗΘΙΚΕΣ ΑΞΙΕΣ των Ελλήνων.

Έχουμε ξεχάσει ποιά είναι η ΝΟΟΤΡΟΠΙΑ των Ελλήνων.

Έχουμε ξεχάσει την ΑΠΟΣΤΟΛΗ των Ελλήνων.

Έχουμε ξεχάσει το ΚΑΘΗΚΟΝ και την ΑΝΕΙΛΗΜΜΕΝΗ ΙΕΡΗ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ

των Ελλήνων.

Έχουμε ξεχάσει σε Μεγάλο Βαθμό την ΓΛΩΣΣΑ των Ελλήνων.

Έχουμε ξεχάσει, ΑΝ την Μάθαμε Ποτέ, την ΙΣΤΟΡΙΑ των Ελλήνων.

Έχουμε ξεχάσει την ΚΑΤΑΓΩΓΗ των Ελλήνων.

Έχουμε ξεχάσει τους ΓΕΝΑΡΧΕΣ των Ελλήνων.

Έχουμε ξεχάσει και ΤΙ δεν έχουμε ΞΕΧΑΣΕΙ !!!!

Και στην θέση όλων αυτών, έχουμε βάλει ότι βλακεία και καρακατσουλιό έχει

παραχθεί ,από τα χάπατα όλης της οικουμένης χωρίς να παραλείψουμε τίποτα,

απεναντίας εκτός του ότι τρέχουμε να προλάβουμε, κάνουμε μάλιστα και επιλογή των

πιό χαζών και ηλιθίων ότι πιό ηλίθιο κυκλοφορήσει, πρώτα και καλύτερα τα γ

ελλαδοζωντόβολα τρέχουν να το ενστερνιστούν και να το αντιγράψουν, μπάς προλάβει

και μας πάρει κάποιος άλλος τα πρωτεία.

Και μετά απόλα αυτά ΘΕΛΟΥΜΕ (;) να ΛΕΓΟΜΑΣΤΕ Έλληνες !!

Αυτό και αν είναι ΘΡΑΣΟΣ και ΜΩΡΟΤΗΤΑ !

Πρίν να Θελήσουμε να Λεγόμαστε Έλληνες,

πρέπει να Μάθουμε να Είμαστε Έλληνες και να Ζούμε σαν Έλληνες !!!!

Πρίν να το κάνουμε αυτό, δεν πρέπει και δεν μπορούμε να έχουμε καμμία

τέτοια απαίτηση.

Πρίν να το πράξουμε, δεν αξίζουμε παρά μόνο Φτύσιμο !!!

Με τις Υγείες μας !!!!!

 

ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΠΑΛΙΕΣ….

Σχολιάστε

‘‘ιστορίες παλιές’’

… χαμένες στην αχλύ του χρόνου

Γράφει ο Παλαιός

Που λέτε φίλοι μου καλοί, έτσι γιά να χαλαρώσουμε και γιά να περάσει λίγο η ώρα, λέω να σας πω ένα παραμύθι, μια ιστορία παλιά, πολύ παλιά … στην αχλύ του χρόνου, χαμένη κάπου στην χώρα του ποτέ, μην με ρωτήσετε λοιπόν πού και πότε συνέβησαν όλα αυτά, καθώς δεν είναι ξεκάθαρο … μπορεί να ήταν και στο ‘νειρό μου … ποιός ξέρει … και τ’ αφήνω έτσι κουρνιασμένο σε μια γωνιά της μνήμης μου γιατί δεν λέω ούτε και θέλω να το ψάξω …. άλλωστε είπαμε … έτσι μια ιστορία θα πούμε … γιά να περάσει η …ώρα !!

… θυμάμαι κάποτε παλιά

Ήταν που λέτε, ένας γερο-αφηγητής, σαν ‘κείνους τους παλιούς παραμυθάδες, που πλάθαν και λέγαν ιστορίες … ‘κεί που παιδιά … αλλά και μεγάλοι αργότερα, κρεμόμαστε από τα χείλη του γέρου … που άλλοτε έμοιαζε κάπου να χάνεται, μόλις π’ ακουγόταν, κι άλλοτε πάλι η φωνή του θέριευε κι ήταν σα φωνή χιλιάδων, και τα μάτια του … τα μάτια του άστραφταν και πετούσαν σπίθες …

Θυμάμαι κι αναπολώ … τις ιστορίες … π’ έλεγε, π’ αφηγούταν …. ‘κείνος ο γεροπαραμυθάς!

Ιστορίες χιλιάδες … άλλες γιά ‘δώ, άλλες γι’ αλλού … τι να πρωτοθυμηθώ … έτσι θα σας ‘πώ ένα κομμάτι … από τα λίγα εκείνα που θυμάμαι.

Που λέτε, εκεί μαζί με τ’ άλλα, έλεγε και μια πολύ κουφή … μια τραβηγμένη ιστορία, που δεν ξεκαθάρισε αλλά και ούτε τέλειωσε και π’ άφησε μισή … αλλά πάντα μας έλεγε … ψάξτε … ψάξτε την άκρη … θα την βρείτε !!

Μη με ψέγετε λοιπόν και μην με κατακρίνετε, που εγώ δεν έχω έστω και λίγο από την ικανότητα του γερο-αφηγητή γιά να σας πω την ιστορία με ούλες εκείνες τις συναρπαστικές περιγραφές που μας έκαναν να κρεμόμαστε από τα χείλη του.

Έτσι θα σας την ‘πώ με λίγα μόνο λόγια …..  απλά το νόημα.

Ζητώντας Πλειότερη Ευτυχία 

Ήτανε λέει κάποιοι, που ζούσαν σε μια χώρα μακρινή.

Είχαν τα πάντα, ούλα τα καλά, αλλά βαρέθηκαν και ‘θέλαν … μακάρι να ‘ξεραν τι ‘θέλαν … ευτυχία πλειότερη.

Τα μάζεψαν λοιπόν, μπούκαραν σ’ ένα πλοίο και ξανοιχτήκαν.

Και τότενες αγέρηδες, βροντές και αστροπές, βροχές και καταιγίδες, φουρτούνες και μανιασμένα κύματα σηκώθηκαν και μέσα σε μαυριδερή θολούρα, τους παράσερναν όλο και πιο μακριά, μακριά απ’ την πατρίδα.

Θεριά και λαίλαπες τους κατατρέχαν και τα βάσανά τους ‘γίναν ασήκωτα.

Σκούζανε λοιπόν και κοπανιόσαντε, γιά τα κακά που τους βρήκαν, και οι πλειότεροι ξεχάσανε τι θέλανε και τι ζητούσαν, ρίχνανε τα βάρητα στους άλλους και καταριόσαντε τους πάντες και τα πάντα, ξεχάσαν την πατρίδα, και η μόνη σκέψη και φροντίδα τους ήταν να έχουν μια στιγμή ησυχίας, μια στιγμή ξενοιασιάς κι ευτυχίας.

Πολλοί ‘θέλαν και καλά ευτυχία γιά τους ίδιους.

Άλλοι θυμόσαντε και τους δικούς τους.

Και κάμποσοι, επειδή νιώθανε δυστυχισμένοι, ‘θέλαν και οι υπόλοιπο να είναι το ίδιο.

Κι άλλοι, λες και τους έπιασε μανία, προσπαθούσαν να φέρουν πλειότερη δυστυχία στην ήδη μαύρη ζωή ολονών, έτσι που η δική τους ευτυχία ήτανε πιά η όλο και μεγαλύτερη δυστυχία των άλλων, χαίρονταν με τα βάσανα των αλλωνών, λες και δυναμώνανε όσο πιό πολύ οι άλλοι υποφέραν.

Μόνο λίγοι, ελάχιστοι, απόμειναν να θυμούνται την ευλογημένη πατρίδα και τον δρόμο πίσω σ’ αυτή. Λίγοι τους άκουγαν, καμιά φορά, αλλά γρήγορα το ξέχναγαν και γυρνούσαν στα παλιά. 

Κι άλλοι μην ξέροντας τα τρία κακά της μοίρας τους, εκείνοι ντε που πρωτοστάτησαν ν’ αφήσουν την πατρίδα, θέλαν και πάλι να δείχνουν τον δρόμο, αλλά το μόνο που κατάφερναν ήταν να τους οδηγούν, όλους, ακόμα πιο βαθιά, σε πλειότερη μαύρη δυστυχία.

Και εκείνοι, οι λίγοι, οι ελάχιστοι, να πολεμούν ν’ αλλάξουνε τα πράγματα, μοιράζοντας το φως που κρατούσαν άσβεστο στην καρδιά τους.

Μεγάλη η ιστορία, πολλές οι περιπέτειες κι ατέλειωτος ο χρόνος της περιπλάνησης.

Όσες φορές την έλεγε, την ιστορία, ο γεροπαραμυθάς, όλο και κάτι συνέβαινε και δεν έφτανε στο τέλος ……

…….  η αναζήτηση της πλειότερης γνώσης και ευτυχίας ……

το σκηνικό …

Ήταν λοιπόν φορές που η ιστορία έδειχνε να έχει κενά και να είναι χωρίς συνέχεια. Όταν κάποιος το σημείωνε, τότε ο γέρο-αφηγητής, το ‘ριχνε στην μεγάλη του ηλικία. Άλλες όμως έδειχνε πολύ καλά να θυμάται τι είχε ‘πεί καιρούς πρίν, και τότε μας έλεγε ότι αυτό γινόταν έτσι γιά να μπορέσουμε να χωνέψουμε την … ιστορία … σιγά-σιγά.

Έτσι λοιπόν, σχωρέστε με, αν κάπου φαίνεται η όλη αφήγηση να μπερδεύεται λίγο, άλλωστε είναι αδύνατο να σας πω μέσα σε λίγες γραμμές αφήγηση που κράταγε χρόνια.

Μας έλεγε λοιπόν γιά τις δυο ακραίες τάσεις που είχαν αναπτυχθεί:

  Αυτήν όπου υπήρχαν οι λίγοι ελάχιστοι που θυμόντουσαν την φωτεινή – ευλογημένη πατρίδα και τον δρόμο πίσω σ’ αυτή, και αγωνίζονταν γιά λευτεριά και γνώση.

  Και την άλλη, όπου εκείνοι που την ακολουθούσαν ηδονίζονταν και δυναμώνανε με την δυστυχία και τα βάσανα των άλλων και θέλαν να σπρώχνουνε τα πράγματα όλο και πιο μακριά και να σβήσουν κάθε ανάμνηση της φωτεινής πατρίδας, προωθώντας την σκλαβιά και την μιζέρια.

  Και αναμεσής αυτών, η μεγάλη μάζα, όλων εκείνων, που δεν ήξεραν και δεν θυμούνταν, πολλές φορές ούτε τι ήθελαν – τι ζήταγαν. Αυτοί που αίρονταν και φέρονταν, και μόνο να σκούζουν και να γλείφουν ξέρανε.

Φοβισμένοι δούλοι και κοπρίτες.

Βλάκες, αποχαυνωμένοι και ανόητοι.

Νενέκοι, εφιάλτες και κωλοσφουγγάριοι.

Καιροσκόποι, εκμεταλλευτές και λαμογιάρηδες. 

Και όχι πλειότερη ευτυχία δεν βρήκαν που ζήταγαν οι χαζοί, αλλά πόνο και δυστυχία !!

Κι όλοι, φαγώνονταν ξεφαγώνονταν, όλοι μαζί αρμένιζαν, κι αρμένιζαν καιρούς … πότε εδώ και πότε εκεί, ώσπου κάποτε απηύδησαν κι αποφάσισαν ν’ αράξουν, σε ξένη γή … κακοτράχαλη, μερικοί εδώ, μερικοί εκεί και παραπέρα, πρίν οι φουρτουνιασμένες θάλασσες τους πάρουνε στα βάθη τους.

τα δύο άκρα …

Κι όπως σας είπα μίλαγε γιά τα δυο άκρα:

  Αυτών που αγωνίζονταν γιά λευτεριά και γνώση

  Και κείνων που προωθούσαν την σκλαβιά και την μιζέρια.

Οι δεύτεροι μηχανεύονταν κάθε λογής τρόπους, όχι μόνο γιά να κρατούν την μάζα μακριά από την γνώση αλλά και να την σπρώχνουν όλο και πιο βαθιά στην μαύρη απελπισία και την απόγνωση, στερώντας της κάθε ίχνος ελπίδας και ανθρωπιάς, πασχίζοντας με νύχια και με δόντια να σβήσουν κάθε ανάμνηση της φωτεινής πατρίδας.

Και από την άλλη, οι λίγοι, εκείνοι που όργωναν τα σύμπαντα και έρχονταν ξανά και ξανά, μην υπολογίζοντας πόνο και κόπο, προσπαθώντας να κρατήσουν το φως αναμμένο, να θυμίσουν την φωτεινή πατρίδα και να δώσουν μιάν αχτίδα ελπίδας. Αυτοί που στήνονταν προπύργιά πολλές φορές ολο-μονάχοι, ξέροντας ότι θα πέσουν, μπροστά στα στίφη της μαυρίλας, δίνοντας χρόνο και ιδανικά στην ξέπνοη μάζα. Μεγάλη η ιστορία, πολλές οι περιπέτειες κι ατέλειωτος ο χρόνος περιπλάνησης τους … και ‘δω πάνω στη γη μας, πότε στο ‘να πότε στ’ άλλο μέρος. Όρεξη να ‘χει κανείς και άγρυπνο νου να τους ακολουθήσει στο μοναχικό τους διάβα.

Και κάθε τόσο, ο ‘‘γέρος’’, φαινόταν να χάνεται, σε απύθμενους βουβούς συλλογισμούς, και μονολογούσε … ‘‘κουράγιο Αδέρφια, οι Φωτεινοί Πολεμιστές είναι εδώ, έρχονται, ήρθαν και θα έρχονται’’, λίγο πρίν επανέλθει ξανά στην αφήγηση της ιστορίας που μας έλεγε.

οι Φωτεινοί Πολεμιστές …

Όπου ‘‘γέρος’’ μίλαγε γι’ αυτούς π’ αγωνίζονταν να δώσουν λευτεριά και γνώση στον κόσμο και να του θυμίσουν την φωτεινή πατρίδα, γι’ αυτούς π’ όργωναν τα σύμπαντα προσπαθώντας να κρατήσουν το φως αναμμένο και να δώσουν μια αχτίδα ελπίδας στην ξέπνοη μάζα, γι’ αυτούς που στήνονταν προπύργιά πολλές φορές μονάχοι, μπροστά στα στίφη της μαυρίλας.

Μίλαγε … γιά έναν και γιά πολλούς, ποτέ δεν ξεκαθάριζε απόλυτα, έλεγε ότι δεν είχε καμιά σημασία, το πόσοι.

Μεγάλη ιστορία, πολλές περιπέτειες κι ατέλειωτος ο χρόνος περιπλάνησης, σ’ άλλους Γαλαξίες και Σύμπαντα, αλλά και ΕΔΩ πάνω στη γη μας, πότε στο ‘να, πότε στ’ άλλο μέρος. Όρεξη να ‘χει κανείς να ακολουθήσει στο μοναχικό τους διάβα.

Μας έλεγε γιά μέρη γνωστά:

Τότε που στήνονταν προμάχοι στις ορδές των κλώνων:

  στην Αμαζονία και στις κορδιλλιέρες των Άνδεων.

  στους τόπους των μεγάλων λιμνών

  στα περάσματα των Κούς

  στα, στα, ….. κλπ.

Τότε που καλώντας τις δυνάμεις όλων των συμπολεμιστών πλήρωναν το μεγάλο τίμημα:

  σηκώνοντας τεράστια βουνά τα κύματα και σταματώντας τους ανόμους στη βόρειο Αμερική

  βυθίζοντας την Αίγυπτο και την βόρειο Αφρική, παίρνοντας πάλι πίσω και στερώντας από τους ανόμους το μεγάλο τσιμπούσι που ετοίμαζαν … τα χαϊβάνια.

Τότε που μοναχικοί πολεμιστές, στην Κίνα, την Ιαπωνία, το Θιβέτ, την Ινδία, την Μέση Ανατολή και την Ευρώπη:

  σταματούσαν πολέμους

  άλλαζαν την ροή των γεγονότων

Τότε που τους πούλαγαν και τους μαχαίρωναν πισώπλατα δικοί τους άνθρωποι, μαθητές τους, αυτούς που ευεργετούσαν και ελευθέρωναν, ενώ προσπαθούσαν να ανάψουν ξανά το φως:

  στην Ελλάδα

  στην Αίγυπτο

  στην Παλαιστίνη

  στην Μεσοποταμία

  στην Περσία

  στην, την, την …..

Τότε που πρωτοστατούσαν στους μεγάλους πολέμους με τους ανόμους:

  στην Ελλάδα

  στην Αμερική

  στην Ατλαντίδα

  στην Ασία

  στην, την …..

Εκεί όπου κάθε φορά προσπαθούσαν να σταματήσουν τα γιουρούσια των ανόμων, εκεί όπου προσπαθούσαν να δώσουν λευτεριά και ελπίδα στη θέση της σκλαβιάς και της απόγνωσης.

Εκεί όπου άνοιγαν ορίζοντες, δίνοντας γνώση και φως.

Μεγάλες ιστορίες και επικές περιπέτειες !

Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς, καθώς βουβό κλάμα σε πλημμυρίζει και μεγάλο παράπονο ξεχύνεται αυθόρμητα στο ‘‘και ‘μεις τι κάνουμε;’’ όταν θυμάσαι ή ακούς τις ιστορίες του ‘‘γέρου’’.

Και πάντα καθώς τις έλεγε, κάθε τόσο ο «γέρος» βυθιζόταν στους βουβούς συλλογισμούς του και μονολογούσε … ‘‘κουράγιο Αδέρφια, η Φωτεινή Πατρίδα είναι κοντά !’’, ποτέ δεν μάθαμε, ποτέ δεν μας είπε … τι αληθινά σκεφτόταν όταν χανόταν και γινόταν απόμακρος … που έτρεχε ο νούς και λογισμός του.

Σε μας πάντα έλεγε … να ανοίξουμε την σκέψη και την καρδιά μας, να ακούσουμε το μήνυμα και να θυμηθούμε την Φωτεινή Πατρίδα !!!!

τα Προπύργια …

Θυμάμαι διάφορα από τις ιστορίες εκείνου … του γερο-αφηγητή, αλλά τι να πρωτοπεί κανείς … δεν έχουν τελειωμό.

Εκεί που έλεγε γιά τις δράσεις των Φωτεινών.

Όταν πολλές φορές  … μονάχοι στήνονταν … προπύργιά,

  στις δράσεις των ανόμων,

  στις εσχατιές των Κόσμων,

  και ‘δώ απανταχού τις Γης,

στοχεύοντας στην αναβολή και καθυστέρησή τους,

υπομένοντας και προσμένοντας την μέρα,

που ελεύθεροι πια από κάθε περιορισμό,

θα χορέψουν τον τρομερό χορό,

εκείνον όπου θα βουίξουν και θα τρίξουν τα Σύμπαντα,

και όλοι αυτοί στους οποίους πρόσφεραν το κεφάλι τους, αμέτρητες φορές,

θα τρέχουν αλλόφρονες ζητώντας καταφύγιο, 

και δεν θα βρίσκουν πουθενά, την ύστατη της ώρας πληρωμή.

προσμένοντας …

Όμως οι ιστορίες … του γερο-αφηγητή, δεν έχουν τελειωμό, απλά θυμάμαι διάφορα κι … αναπολώ !

  Εκεί που έλεγε γιά Κόσμους μακρινούς,

  πράγματα ανείπωτα, δράσεις και καταστάσεις πέρα από κάθε λογισμό.

  Όταν μιλούσε γιά την Σύναξη των … Φωτεινών, απέθαντων Φλογών, των ορκισμένων εχθρών της ανομίας.

Εκείνων που έρχονται συνέχεια και συνέχεια,

συνδρομητές ανόητων, ανήμπορων, κατατρεγμένων και φτωχών πλασμάτων.

Εκείνων που προσμένουνε την μέρα,

που ελεύθεροι πια, από κάθε είδους περιορισμό,

θα οργώσουνε τα Σύμπαντα,

ζητώντας τα κεφάλια των ανόμων, που πάτησαν τον λόγο τους.

Όταν θα πρωτοστατούν οι Φλόγινοι Αετοί,

αυτοί που έχουν πετάξει το θηκάρι απ’ το σπαθί τους,

αυτούς που τους κρατούν οι σύντροφοι,

να μην σπάσουν την υπόσχεση της διορίας,

και ζητήσουνε την πληρωμή εδώ και τώρα.

Εκείνων που περίλυποι προσμένουν … τον καιρό !!

Και ‘μείς ρωτούσαμε και τον πιέζαμε … θέλαμε και ζητούσαμε περισσότερα να μας ‘πεί … όμως ‘‘ο γέρος’’ καμωνόταν ότι κουράστηκε και θέλει να ‘ναπαυτεί  … αλλά και μας πέταγε, να σκεφτούμε … πάνω στον ‘‘Δρόμο του γυρισμού’’               

ο Δρόμος του … γυρισμού

Να σκεφτούμε, μας έλεγε … πάνω στον ‘‘Δρόμο του γυρισμού’’, σαν να ‘μαστε ‘κείνοι, ‘κείνοι που λαχταρούσαν την προδομένη τους πατρίδα, αλλά που πρώτα έπρεπε να βρούν τον δρόμο του γυρισμού.

Και υποτίθεται ότι όλο αυτό το κάναμε, μπαίνοντας στην θέσην τους, σαν να ‘μαστε εκείνοι.

Και λέγαμε το μακρύ μας και το κοντό μας, προτείναμε το ένα και το άλλο, αλλά τελικά όλοι μας το βρίσκαμε μια δύσκολη, επίπονη και επικίνδυνη … περιπέτεια! … όμως ‘‘ο γέρος’’ ήταν εκεί να μας καθοδηγήσει και να μας βάλει σε μιάν σειρά

Τελικά … τα καταφέραμε … ‘‘εκείνος’’ δηλαδή, γιάτί εμείς εκεί θα είμαστε κι ακόμα θα παιδευόμαστε !! … και καταλήξαμε …

  Το πρώτο και κύριο είναι να ΞΥΠΝΗΣΟΥΜΕ !

Όσο συνεχίζουμε να κοιμόμαστε δεν πρόκειται να πάμε πουθενά.

Αλλά άντε και ξυπνήσαμε – και τι έγινε;

Απολύτως τίποτε!

Κερδίσαμε κάτι;

Όχι βέβαια!

Αν δεν κάνουμε το επόμενο βήμα, τότε, αντί γιά κοιμισμένοι που ροχαλίζουν, εμείς θα είμαστε κοιμισμένοι που στριφογυρίζουν στα κρεβάτια τους.

  Το δεύτερο να διώξουμε τις τσίμπλες από τα μάτια μας, να αρχίσουμε να παρατηρούμε, να μαθαίνουμε, αλλά κυρίως να ΣΚΕΦΤΟΜΑΣΤΕ !

Αυτό είναι και το ουσιαστικό μικρό βήμα που μπορεί να μας βάλει στον δρόμο.

  Μέχρι τώρα δεν έχουμε πάει πουθενά.

Αυτό που θα δώσει ώθηση στο πράγμα είναι αφού ταρακουνήσουμε το κλούβιο και άδειο μας κεφάλι, με μπόλικη σκέψη και συλλογισμό, να πάμε στο τρίτο μέρος.

Να αναπτύξουμε δηλαδή την ΠΡΟΘΕΣΗ ! … το πώς και τί θέλουμε, τι να κάνουμε και που να πάμε. Αλλά ούτε και τούτο μας βάζει επάνω στο δρόμο, είναι όμως όπως και τα προηγούμενα προαπαιτούμενο.

  Τότε τι είναι αυτό που θα μας δώσει την δυνατότητα να πατήσουμε επιτέλους το πόδι μας πάνω στον δρόμο και θα ξεκινήσουμε το ταξίδι του γυρισμού;

Αυτό είναι η ΕΠΙΛΟΓΗ !

Είναι το σταυροδρόμι, ο δρόμος και η κατεύθυνση που θα διαλέξουμε … που μόνο αν είναι σωστός, έχουμε κάνει καλή επιλογή, θα μας οδηγήσει εκεί που θέλουμε, χωρίς να χαθούμε.

Τούτο βέβαια δεν σημαίνει ότι θα είναι εύκολο, καθώς θα πέσουμε, θα πονέσουμε, θα κουραστούμε … αλλά αν σηκωθούμε και συνεχίσουμε θα φτάσουμε, και το μόνο που θα μας κρατήσει πάνω στον δρόμο είναι … το να παραμείνουμε ξύπνιοι, να περνάμε τα πάντα από την βάσανο της σκέψεως και του συλλογισμού και να κρατάμε ακλόνητη την πρόθεσή μας και να συνεχίζουμε, και τέλος να θυμόμαστε ότι όση βοήθεια και να βρούμε, τον δρόμο θα τον βαδίσουμε εμείς και όχι κάποιός άλλος … δυστυχώς δεν γίνεται δι’ αντιπροσώπου !!

Και αφού το κάναμε … ρωτούσαμε γιά την συνέχεια … της ιστορίας … αλλά τον χάσαμε … έπεσε σε βαθιά περισυλλογή … κι ήταν σαν να ‘φυγε, σαν να βρισκόταν σ’ άλλους κόσμους και τόπους μακρινούς… στο τέλος όταν γύρισε … μας είπε ότι κάποιοι ξεκίνησαν τον δρόμο του γυρισμού … ποτέ όμως δεν μας είπε το τέλος … αν έφτασαν … αλλά χαμογελώντας … μας παρότρυνε να ψάξουμε, να ρωτήσουμε και να μάθουμε οι ίδιοι … χωρίς να περιμένουμε από ‘κείνον να μας το ‘πεί !!!

… κομμάτια από τα παραμύθια και τις ιστορίες του ‘‘γερο-αφηγητή’’

Να ‘στε καλά!!! … καλό φαγοπότι … με μέτρο !!

= / / =